ΡΗΓΑΣ ΒΕΛΕΣΤΙΝΛΗΣ – ΤΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ

ΡΗΓΑΣ ΒΕΛΕΣΤΙΝΛΗΣ

ΤΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ

Ἐλευθερία-Ἰσοτιμία-Ἀδελφότης

Νέα Πολιτική Διοίκησις τῶν κατοίκων τῆς Ρούμελης τῆς Μ. Ἀσίας, τῶν Μεσογείων Νήσων καί τῆς Βλαχομπογδανίας.

Ὑπέρ τῶν Νόμων καί τῆς Πατρίδος

Ὁ Λαός, ἀπόγονος τῶν Ἑλλήνων, ὁπού κατοικεῖ τήν Ρούμελην, τήν Μικράν Ἀσίαν, τάς Μεσογείους νήσους, τήν Βλαχομπογδανίαν, καί ὅλοι ὅσοι στενάζουν ὑπό τήν δυσφορωτάτην τυραννίαν τοῦ Ὀθωμανικοῦ βδελυρωτάτου δεσποτισμοῦ, ἤ ἐβιάσθησαν νά φύγουν εἰς ξένα βασίλεια διά νά γλυτώσουν ἀπό τόν δυσβάστακτον καί βαρύν αὐτοῦ ζυγόν, ὅλοι, λέγω, Χριστιανοί καί Τοῦρκοι, χωρίς κανένα ξεχωρισμόν θρησκείας (ἐπειδή ὅλοι πλάσματα Θεοῦ εἶναι καί τέκνα τοῦ πρωτοπλάστου), στοχαζόμενοι /ὅτι ὁ Τύραννος, ὀνομαζόμενος Σουλτάνος, κατέπεσεν ὁλοτελῶς εἰς τάς βρωμεράς θηλυμανεῖς ὀρέξεις του, ἐπερικυκλώθη ἀπό εὐνούχους καί αἱμοβόρους ἀμαθεστάτους αὐλικούς, ἐλησμόνησε καί κατεφρόνησε τήν ἀνθρωπότητα, ἐσκληρύνθη ἡ καρδία του κατά τῆς ἀθωότητος, καί τό πλέον ὡραιότερον βασίλειον τοῦ κόσμου, ὁπού ἐκθειάζεται πανταχόθεν ἀπό τούς σοφούς, κατήντησεν εἰς μίαν βδελυράν ἀναρχίαν, τόσον, ὥστε κανένας, ὁποιασδήποτε τάξεως καί θρησκείας, δέν εἶναι σίγουρος μήτε διά τήν ζωήν του, μήτε διά τήν τιμήν του, μήτε διά τά ὑποστατικά του.

Ὁ πλέον ἥσυχος, ὁ πλέον ἀθῶος, ὁ πλέον τίμιος πολίτης κινδυνεύει κάθε στιγμήν νά γίνῃ ἐλεεινή θυσία τῆς τυραννικῆς φαντασίας, ἤ τῶν ἀγρίων τοποτηρητῶν καί ἀναξίων μεγιστάνων τοῦ Τυράννου, ἤ, τέλος (ὅπερ συνεχέστερον συμβαίνει), τῶν κακοτρόπων θηριωδεστάτων μιμητών του, χαιρόντων εἰς τό ἀτιμώρητον κρῖμα, εἰς τήν σκληροτάτην ἀπανθρωπότητα, εἰς τήν φονοκτονίαν, χωρίς καμμίαν ἐξέτασιν, χωρίς καμμίαν κρίσιν.

-Οὐρανέ! ἐσύ εἶσαι ἀπροσωπόληπτος μάρτυς τῶν τοιούτων κακουργημάτων.

-Ἥλιε! ἐσύ βλέπεις καθημερινῶς τά τοιαῦτα θηριώδη τολμήματα.

-Γῆ! ἐσύ ποτίζεται ἀδιακόπως ἀπό τά ρεῖθρα τῶν ἀθώων αἱμάτων.

Ποῖος ἔχει στόμα νά μέ εἰπῇ τό ἐναντίον; Ποῖος εἶναι ἐκεῖνος ὁ τίγρις, ὁμόψυχος τῶν τοσούτων ἀνομημάτων; Ἄς ἔβγῃ εἰς τό παρόν, καί διά πολέμιόν του μάρτυρα/ θέλει ἀποκτήσει ὅλην τήν Κτίσιν, ἥτις ἀγλώσσως γογγᾷ διά τούς ἀδίκους ὧδε ἐκχυνομένους ρύακας τῶν ἀνθρωπίνων αἱμάτων.

Ὁ μέχρι τοῦδε, λέγω, δυστυχής οὗτος λαός, βλέποντας ὅτι ὅλαι του αἱ θλίψεις καί ὀδύναι, τά καθημερινά δάκρυά του, ὁ ἀφανισμός του, προέρχονται ἀπό τήν κακήν καί ἀχρειεστάτην διοίκησιν, ἀπό τήν στέρησιν καλῶν νόμων, ἀπεφάσισεν, ἐνανδριζόμενος μίαν φοράν, νά ἀτενίςῃ πρός τόν οὐρανόν, νά ἐγείρῃ ἀνδρείως τόν καταβεβαρημένον τράχηλόν του καί, ἐνοπλίζοντας ἐμμανῶς τούς βραχίονάς του μέ τά ἄρματα τῆς ἐκδικήσεως καί τῆς ἀπελπισίας, νά ἐκβοήσῃ μεγαλοφώνως, ἐνώπιον πάσης τῆς Οἰκουμένης, μέ βροντώδη κραυγήν, τά ἱερά καί ἄμωμα δίκαια, ὁπού θεόθεν τῷ ἐχαρίσθησαν διά νά ζήσῃ ἡσύχως ἐπάνω εἰς τήν γῆν.

Ὅθεν, διά νά ἠμποροῦν ὁμοθυμαδόν ὅλοι οἱ κάτοικοι νά συγκρίνωσι πάντοτε μέ ἄγρυπνον ὄμμα τά κινήματα τῆς διοικήσεως, μέ τόν σκοπόν τῆς κοινωνικῆς αὐτῶν νομοθεσίας, ἐκτινάζοντες ἀνδρικῶς τόν οὐτιδανόν ζυγόν τοῦ Δεσποτισμοῦ καί ἐναγκαλιζόμενοι τήν πολύτιμον Ἐλευθερίαν τῶν ἐνδόξων προπατόρων των, νά μήν ἀφεθῶσιν οὐδέποτε νά καταπατῶνται ὡς σκλάβοι εἰς τό ἑξῆς ἀπό τήν ἀπάνθρωπον τυραννίαν· νά ἔχῃ ἕκαστος ὡσάν λαμπρόν καθρέπτην ἐμπροστά εἰς τά ὀμμάτιά του τά θεμέλια τῆς ἐλευθερίας, τῆς σιγουρότητος καί τῆς εὐτυχίας του· νά γνωρίζουν ἐμφανέστατα οἱ κριταί, ποῖον εἶναι τό δυσαπόφευκτον χρέος των πρός τούς κρινομένους ἐλευθέρους κατοίκους· καί οἱ νομοθέται καί πρῶτοι τῆς διοικήσεως τόν εὐθύτατον κανόνα, καθ’ ὅν πρέπει νά ρυθμίζεται καί ν’ ἀποβλέπῃ τό ἐπάγγελμά των πρός εὐδαιμονίαν τῶν πολιτῶν, κηρύττεται λαμπροφανῶς ἡ ἀκόλουθος ΔΗΜΟΣΙΑ ΦΑΝΕΡΩΣΙΣ τῶν πολυτίμων Δικαίων τοῦ Ἀνθρώπου καί τοῦ ἐλευθέρου κατοίκου τοῦ βασιλείου.

 

ΤΑ ΔΙΚΑΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

 

Ἄρθρον 1. – Ὁ σκοπός ὁπού ἀπ’ ἀρχῆς κόσμου οἱ ἄνθρωποι ἐσυμμαζώχθησαν ἀπό τά δάση τήν πρώτην φοράν, διά νά κατοικήσουν ὅλοι μαζί, κτίζοντες χώρας καί πόλεις, εἶναι διά νά συμβοηθῶνται καί νά ζῶσιν εὐτυχισμένοι, καί ὄχι νά συναντιτρώγωνται ἤ νά ρουφᾷ τό αἷμα τους ἕνας.

Τότε ἔκαμαν βασιλέα διά νά ἀγρυπνῇ εἰς τά συμφέροντά των, διά νά εἶναι βέβαιοι εἰς τήν ἀπόλαυσιν τῶν φυσικῶν δικαίων, τά ὁποῖα δέν ἔχει τήν ἄδειαν νά τούς τά ἀφαιρέσῃ κανένας ἐπί τῆς γῆς.

Ἄρθρον 2. – Αὐτά τά Φυσικά Δίκαια εἶναι: πρῶτον, τό νά εἴμεθα ὅλοι ἴσοι καί ὄχι ὁ ἕνας ἀνώτερος ἀπό τόν ἄλλον· δεύτερον, νά εἴμεθα ἐλεύθεροι καί ὄχι ὁ ἕνας σκλάβος τοῦ ἀλλουνοῦ· τρίτον, νά εἴμεθα σίγουροι  εἰς τήν ζωήν μας, καί κανένας νά μήν ἠμπορῇ νά μᾶς τήν πάρῃ ἀδίκως καί κατά τήν φαντασίαν· καί τέταρτον, τά κτήματα ὁπού ἔχομεν κανένας νά μήν ἠμπορῇ νά μᾶς ἐγγίζῃ, ἀλλ’ εἶναι ἰδικά μας καί τῶν κληρονόμων μας.

Ἄρθρον 3. – Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, Χριστιανοί καί Τοῦρκοι, κατά φυσικόν λόγον εἶναι ἴσοι. Ὅταν πταίσῃ τινάς, ὁποιασδήποτε καταστάσεως, ὁ Νόμος εἶναι ὁ αὐτός διά τό πταῖσμα καί ἀμετάβλητος· ἤγουν δέν παιδεύεται ὁ πλούσιος ὀλιγώτερον καί ὁ πτωχός περισσότερον διά τό αὐτό σφάλμα, ἀλλ’ ἴσια-ἴσια.

Ἄρθρον 4. – Ὁ Νόμος εἶναι ἐκείνη ἡ ἐλευθέρα ἀπόφασις, ὁπού μέ τήν συγκατάθεσιν ὅλου τοῦ λαοῦ ἔγινεν· ἤγουν, ὅλοι θέλομεν ὅτι ὁ φονεύς νά φονεύεταια· αὐτός λέγεται Νόμος, καί εἶναι ὁ ἴδιος διά ὅλους μας εἰς τό νά παιδεύσῃ. Καί πάλιν ἄλλος, ὁπού ὑπερασπίζεται· ἤγουν ὅλοι θέλομεν νά ἐξουσιάζωμεν τά ὑποστατικά μας, κανένας λοιπόν δέν ἔχει τήν ἄδειαν νά μᾶς πάρη δυναστικῶς τίποτες· αὐτός εἶναι Νόμος, ἐπειδή μοναχοί μας τόν δεχόμεθα καί τόν θέλομεν. Ὁ Νόμος ἔχει πάντοτε νά προστάξῃ ὅ,τι πρᾶγμα εἶναι δίκαιον καί ὠφέλιμον εἰς τήν συγκοινωνίαν τῆς ζωῆς μας καί νά ἐμποδίζῃ ἐκεῖνο ὁπού μᾶς βλάπτει.

Ἄρθρον 5. – Ὅλοι οἱ συμπολῖται ἠμποροῦν νά ἔμβουν εἰς ἀξίας καί δημόσια ὀφφίκια. Τά ἐλεύθερα γένη δέν γνωρίζουν καμμίαν αἰτίαν προτιμήσεως εἰς τάς ἐκλογάς των, παρά τήν φρόνησιν καί τήν προκοπήν· ἤγουν, καθένας, ὅταν εἶναι ἄξιος καί προκομμένος διά μίαν δημοσίαν δούλευσιν, ἠμπορεῖ νά τήν ἀποκτήσῃ. Ἐξ ἐναντίας δέ, μήν ὄντας ἄξιος, ἀλλά χυδαῖος, δέν πρέπει νά τῷ δοθῇ· διότι, μήν ἠξεύροντας πῶς νά τήν ἐκτελέσῃ, προσκρούει καί βλάπτει τό κοινόν μέ τήν ἀμάθειαν καί τήν ἀνεπιδεξιότητά του.

Ἄρθρον 6. – Ἡ Ἐλευθερία εἶναι ἐκείνη ἡ δύναμις ὁπού ἔχει ὁ ἄνθρωπος εἰς τό νά κάμῃ ὅλον ἐκεῖνο, ὁπού δέν βλάπτει εἰς τά δίκαια τῶν γειτόνων του. Αὐτή ἔχει ὡς θεμέλιον τήν φύσιν, διατί φυσικά ἀγαπῶμεν νά εἴμεθα ἐλεύθεροι· ἔχει ὡς κανόνα τήν δικαιοσύνην, διατί ἡ δικαία ἐλευθερία εἶναι καλή· ἔχει ὡς φύλακα τόν Νόμον, διατί αὐτός προσδιορίζει, ἕως ποῦ πρέπει νά εἴμεθα ἐλεύθεροι. Τό ἠθικόν σύνορον τῆς Ἐλευθερίας εἶναι τοῦτο τό ρητόν: Μήν κάμῃς εἰς τόν ἄλλον ἐκεῖνο ὁπού δέν θέλεις νά σέ κάμουν.

Ἄρθρον 7. – Τό δίκαιον τοῦ νά φανερώνωμεν τήν γνώμην μας καί τούς συλλογισμούς μας, τόσον μέ τήν τυπογραφίαν, ὅσον καί μέ ἄλλον τρόπον· τό δίκαιον τοῦ νά συναθροιζώμεθα εἰρηνικώς· ἡ ἐλευθερία κάθε εἴδους θρησκείας, Χριστιανισμοῦ, Τουρκισμοῦ, Ἰουδαϊσμοῦ καί τά λοιπά, δέν εἶναι ἐμποδισμένα εἰς τήν παροῦσαν διοίκησιν.

Ὅταν ἐμποδίζωνται αὐτά τά δίκαια, εἶναι φανερόν πώς προέρχεται τοῦτο ἀπό Τυραννίαν, ἤ πώς εἶναι ἀκόμη ἐνθύμησις τοῦ ἐξοστρακισθέντος Δεσποτισμοῦ, ὁπού ἀπεδιώξαμεν.

Ἄρθρον 8. – Ἡ σιγουρότης εἶναι ἐκείνη ἡ διαφέντευσις, ὁπού δίδεται ἀπό ὅλον τό ἔθνος καί τόν λαόν εἰς τόν κάθε ἄνθρωπον διά τήν φύλαξιν τοῦ ὑποκειμένου του, τῶν δικαίων του καί τῶν ὑποστατικῶν του· ἤγουν, ὅταν βλάψῃ τινάς ἕνα μόνον ἄνθρωπον, ἤ πάρῃ ἀδίκως τίποτες ἀπ’ αὐτόν, ὅλος ὁ λαός πρέπει νά σηκωθῇ κατ’ ἐπάνω ἐκείνου τοῦ δυνάστου καί νά τόν ἀποδιώξῃ.

Ἄρθρον 9. – Ὁ Νόμος ἔχει χρέος νά διαφεντεύῃ τήν κοινήν ἐλευθερίαν ὅλου τοῦ ἔθνους καί ἐκείνην τοῦ κάθε ἀνθρώπου, κατοίκου εἰς ταύτην τήν αὐτοκρατορίαν, ἐναντίον τῆς καταθλίψεως καί τῆς δυναστείας τῶν διοικητῶν· ὅταν αὐτοί διοικοῦν καλῶς, νά τούς διαφεντεύῃ· εἰ δέ κακῶς νά τούς ἀποβάλλῃ.

Ἄρθρον 10. – Κανένας ἄνθρωπος νά μήν ἐγκαλῆται εἰς κριτήριον νά μήν πιάνεται ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ κριτοῦ καί νά μή φυλακώνεται κατ’ ἄλλον τρόπον, παρά καθώς διορίζει ὁ Νόμος καί ὄχι κατά τήν φαντασίαν καί θέλησιν τοῦ κριτοῦ. Κάθε κάτοικος ὅμως, ὅταν κραχθῇ εἰς τήν κρίσιν, ἤ κατά νόμον πιασθῇ ἀπό τούς ὑπηρέτας τοῦ κριτηρίου, πρέπει νά ὑποταχθῇ εὐθύς καί νά πηγαίνῃ νά κριθῇ· διατί, ἄν ἀντισταθῇ καί δέν θέλῃ νά πηγαίνῃ εἰς τήν κρίσιν, γίνεται πταίστης· καί ἀρκετόν σφάλμα εἶναι, ὅταν ὁ Νόμος κράζῃ κανέναν ἄνθρωπον καί ἐκεῖνος ἀντιστέκεται μέ τό κακόν καί δέν ὑπακούῃ νά πηγαίνῃ, ὄντας σίγουρος, ὅτι δέν παιδεύεται, ἄν εἶναι ἀθῶος.

Ἄρθρον 11. – Κάθε δυναστικόν ἐπιχείρημα, ὁπού ἤθελαν κάμει ἐναντίον ἑνός ἀνθρώπου, ὁπού δέν ἑπταισε, καί χωρίς προσταγήν τοῦ Νόμου θέλουν νά τόν καταδικάσουν, ἐκεῖνο φαίνεται πώς εἶναι μόνον ἀπό τό κεφάλι τοῦ κριτοῦ καί ἔργον τυραννικόν. Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, τόν ὁποῖον θέλουν νά δυναστεύουν μέ αὐτόν τόν τρόπον, ἔχει δίκαιον καί ἄδειαν νά ἀντισταθῇ ἐξ ὅλης του τῆς δυνάμεως, νά τό ἀποβάλῃ μέ βίαν καί νά μήν ὑποταχθῇ.

Ἄρθρον 12. – Ἐκεῖνοι ὁπού ἐκδίδουν προσταγάς, ἤ ὁπού ἤθελε τές ὑπογράψουν, ἤ ὁπού ἤθελε τές ἐκτελέσουν, ἤ ὁπού ἤθελε βάλουν ἄλλους νά τές τελειώσουν, λέγοντές τους πώς εἶναι πράγματα ἀναγκαῖα, χωρίς νά ἔχῃ τήν εἴδησιν ἡ διοίκησις, εἶναι πταῖσται καί ἔχουν νά τιμωρῶνται αὐστηρῶς.

Ἄρθρον 13. – Κάθε ἄνθρωπος ὁπού φαίνεται πώς εἶναι ἀθῶος, ἄν τόν συκοφαντήσουν πώς ἑπταισεν, ἐν ὅσῳ νά βεβαιωθῇ πώς εἶναι πταίστης, καί εἶναι ἀνάγκη νά πιασθῇ ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ κριτηρίου, κάθε αὐστηρότης, καθώς δέσιμον, ὑβρισμοί, δαρμοί, ὁπού δέν εἶναι ἀναγκαῖα διά τήν κατακράτησιν τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, ἐν ὅσῳ νά κριθῇ, νά εἶναι ἐμποδισμένα, καί μόνον ἀφοῦ ἀποδειχθῇ πταίστης, τότε νά γίνεται ἀρχή τῆς τιμωρίας εἰς τό ὑποκείμενόν του, καθώς διαλαμβάνει ὁ Νόμος.

Ἄρθρον 14. –  Κανένας ἄνθρωπος νά μήν κρίνεται καί νά μήν τιμωρῆται ἀλλέως, παρά ἀφοῦ εἰπῆ ὅλα τά δικαιολογήματά του καί ἀφοῦ κατά τούς νόμους κραχθῇ εἰς τήν κρίσιν· καί τιμωρεῖται τότε μόνον, ὅταν εἶναι ἕνας Νόμος καμωμένος προτοῦ νά κάμῃ ἐκεῖνος τό πταῖσμα. Ὁ νόμος δέ ὁπού ἤθελε τιμωρήσει ἐγκλήματα ἅπερ ἔγιναν εἰς τόν καιρόν, ὁπού αὐτός δέν εἶχε συστηθῇ, λέγεται Τυραννία. Καί τό νά τιμωρήσῃ ἕνας νέος Νόμος παλαιά ἐγκλήματα, λέγεται ἀνομία. Ἤγουν, ἕνας ἄνθρωπος ἐπῆρε τό βόδι ἑνός ἄλλου, καί ἕως τήν στιγμήν ὁπού τό ἐπῆρε, δέν ἦτον κανένας νόμος ὁπού νά ἐμπόδιζε ταύτην τήν ἁρπαγήν· ἐξεδόθη ἔπειτα νόμος νά μήν ἁπράζῃ ἕνας τοῦ ἄλλου πράγματα· ὁ ἅρπαξ δίδει ὀπίσω τό βόδι, μά δέν παιδεύεται, ἐπειδή αὐτός δέν ἤξευρε πώς ἡ ἁρπαγή εἶναι κακή.

Ἄρθρον 15. – Ὁ Νόμος ἔχει νά προσδιορίζῃ παιδείας ἀκριβῶς καί ἀποδεικτικῶς ἀναγκαίας· αἱ παιδεῖαι αὗται νά εἶναι ἀνάλογοι κατά τό ἔγκλημα καί ὠφέλιμοι εἰς τήν συγκοινωνίαν τῶν πολιτῶν. Ἤγουν, ἄν ἔδειρε τινάς ἕναν ἄλλον, νά δαρθῇ μά ὄχι νά ἀποκεφαλισθῇ.

Ἄρθρον 16. – Τό δίκαιον τοῦ νά ἐξουσιάζῃ καθένας εἰρηνικῶς τά ὑποστατικά του εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖον ἀνήκει εἰς κάθε κάτοικον· ἤγουν, νά τά χαίρεται, νά τά μεταχειρίζεται κατά τήν θέλησίν του, νά ἀπολαμβάνῃ τά εἰσοδήματά του, τόν καρπόν τῆς τέχνης του, τῆς ἐργασίας του καί τῆς φιλοπονίας του, χωρίς νά ἠμπορέσῃ ποτέ κανένας νά τόν πάρῃ στανικῶς μήτε ἕνα λεπτόν.

Ἄρθρον 17. – Δέν εἶναι ἐμποδισμένον εἰς τούς κατοίκους κανένα εἶδος ἐργασίας, τέχνης, γεωργικῆς, πραγματείας, ἤ ὁποιονδήποτε ἐπιχείρημα ὠφέλιμον εἰς τήν συγκοινωνίαν. Ἡ φιλοπονία ὅλων τῶν πολιτῶν ἠμπορεῖ νά ἐκτείνεται εἰς ὅλας τάς τέχνας καί μαθήσεις.

Ἄρθρον 18. – Κάθε ἄνθρωπος ἠμπορεῖ νά δουλεύσῃ ἕναν ἄλλον ὡς ὑπηρέτης, προσφέροντας τόν καιρόν του εἰς χρῆσιν ἐκείνου. Δέν ἠμπορεῖ ὅμως νά πωλήσῃ τόν ἑαυτόν του, μήτε ἄλλος νά τόν πωλήσῃ, ἐπειδή καί τό ὑποκείμενόν του δέν εἶναι εἰς μόνην τήν ἐξουσίαν τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλά καί τῆς Πατρίδος. Ὁ Νόμος δέν γνωρίζει καμμίαν ὑποδούλωσιν μήτε σκλαβίαν καί εἰς τούς ἰδίους δούλους· σώζεται μόνον μία ὑπόσχεσις, νά φροντίζῃ ὁ ὑπηρέτης διά τήν ἐργασίαν του καί νά εἶναι εὐγνώμων πρός ἐκεῖνον ὁπού τόν πληρώνει μισθόν, ὅστις δέν ἔχει ἄδειαν μήτε νά τόν ὑβρίσῃ, μήτε νά τόν δείρῃ· ἀναιρεῖ ὅμως συμφωνίαν, τόν πληρώνει ἕως ἐκείνην τήν στιγμήν καί τόν ἀποβάλλει.

Ἄρθρον 19. – Κανένας δέν ἔχει νά ὑστερηθῇ τό παραμικρότερον μέρος τῶν κτημάτων του χωρίς τό θέλημά του· ἄν ὅμως καί εἶναι καμμία δημόσια χρεία, ἤγουν ζητῇ ἡ Πατρίς τόν κῆπον του, διά νά κάμῃ ἀγοράν ἤ ἄλλο κανένα κτίριον, τότε νά ξετιμᾶται ὁ κῆπος, νά πληρώνεται ὁ οἰκοκύρης, καί οὕτω νά γίνεται ἡ ἀγορά ἤ τό κτίριον.

Ἄρθρον 20. – Κάθε δόσιμον ἔχει νά γίνεται μόνον διά τό δημόσιον ὄφελος καί ὄχι δι’ ἁρπαγάς ἑνός καί ἄλλου. Ὅλοι οἱ ἐγκάτοικοι ἔχουν τό δίκαιον νά συντρέξουν εἰς τό ρίψιμον τοῦ τεφτερίου, ν’ ἀγρυπνοῦν εἰς τό σύναγμα τῶν δοσιμάτων, καί νά παίρνουν λογαριασμόν ἀπ’ ἐκεῖνον ὁπού τά ἐσύναξε.

Ἄρθρον 21. – Αἱ δημόσιοι συνδρομαί καί ἀνταμοιβαί εἶναι ἕνα ἱερόν χρέος τῆς πατρίδος. Τό κοινόν χρεωστεῖ μίαν βοήθειαν εἰς τούς δυστυχεῖς ἐγκατοίκους, τόσον εἰς τό νά τούς προμηθεύσῃ νά ἔχουν τί νά ἐργάζωνται, ὅσον καί νά δώσῃ τρόπον ζωῆς εἰς ἐκείνους, ὁπού δέν ἠμποροῦν πλέον νά δουλεύσουν· ἤγουν, ἕνας γεωργός μήν ἔχοντας βόδια κάθεται ἀργός· ἡ Πατρίς ἔχει χρέος νά τόν δώσῃ καί νά τόν προσμένῃ ὥστε νά τά πλήρωσῃ· ἕνας ἐσακατεύθη εἰς τόν ὑπέρ Πατρίδος πόλεμον, αὐτή πρέπει νά τόν ἀνταμείψῃ καί νά τόν τρέφῃ ἐν ὅσῳ ζῇ.

Ἄρθρον 22. – Ὅλοι, χωρίς ἐξαίρεσιν, ἔχουν χρέος νά ἠξεύρουν γράμματα. Ἡ Πατρίς ἔχει νά καταστήσῃ σχολεῖα εἰς ὅλα τά χωρία διά τά ἀρσενικά καί θηλυκά παιδία. Ἐκ  τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπή, μέ τήν ὁποίαν λάμπουν τά ἐλεύθερα ἔθνη. Νά ἐξηγοῦνται οἱ παλαιοί ἱστορικοί συγγραφεῖς· εἰς δέ τάς μεγάλας πόλεις νά παραδίδεται ἡ γαλλική καί ἡ ἰταλική γλῶσσα· ἡ δέ ἑλληνική νά εἶναι ἀπαραίτητος.

Ἄρθρον 23. – Ἡ κοινή ἐπιβεβαίωσις καί σιγουρότης τοῦ κάθε πολίτου συνίσταται εἰς τήν ἐνέργειαν ὅλων τῶν πολιτῶν. Ἤγουν, νά στοχαζώμεθα πώς, ὅταν πάθῃ ἕνας τίποτες κακόν, ἐγγίζονται ὅλοι, καί διά τοῦτο πρέπει νά βεβαιώσωμεν εἰς τόν καθένα τήν μεταχείρησιν καί τήν προφύλαξιν τῶν δικαίων του. Αὐτή ἡ σιγουρότης θεμελιώνεται ἐπάνω εἰς τήν αὐτεξουσιότητα τοῦ ἔθνους· ἤγουν, ὅλον τό ἔθνος ἀδικεῖται, ὅταν ἀδικῆται ἕνας μόνος πολίτης.

Ἄρθρον 24. – Αὕτη ἡ αὐτεξουσιότης δέν ἔχει τό κῦρος, ἄν τά σύνορα τῶν δημοσίων ὀφφικίων δέν εἶναι προσδιωρισμένα ἀπό τόν Νόμον, καί ἄν δέν εἶναι ἀποφασισμένον ρητῶς τό νά δώσουν λογαριασμόν ὅλοι οἱ ἀξιωματικοί.

Ἄρθρον 25. – Ἡ αὐτοκρατορία εἶναι θεμελιωμένη εἰς τόν λαόν· αὐτή εἶναι μία, ἀδιαίρετος, ἀπροσδιόριστος καί ἀναφαίρετος. Ἤγουν ὁ λαός μόνον ἠμπορεῖ νά προστάζῃ καί ὄχι ἕνα μέρος ἀνθρώπων ἤ μία πόλις· καί ἠμπορεῖ νά προστάζῃ δί’ ὅλα, χωρίς κανένα ἐμπόδιον.

Ἄρθρον 26. – Κανένα μέρος τοῦ λαοῦ δέν ἠμπορεῖ νά ἐνεργήσῃ τήν δύναμιν ὅλου τοῦ ἔθνους, κάθε μέλος ὅμως τοῦ αὐτοκράτορος λαοῦ, συναγόμενον, ἔχει δίκαιον νά εἰπῇ τό θέλημά του μέ μίαν σωστήν ἐλευθερίαν.

Ἄρθρον 27. – Κάθε ἄνθρωπος, ὁπού ἤθελεν ἁρπάσει τήν αὐτοκρατορίαν καί τήν ἐξουσίαν τοῦ ἔθνους, εὐθύς νά φυλακώνεται ἀπό τούς ἐλευθέρους ἄνδρας, νά κρίνεται, καί κατά τόν νόμον νά παιδεύεται.

Ἄρθρον 28. – Ἕνα ἔθνος ἔχει τό δίκαιον πάντοτε νά μετασχηματίσῃ καί νά μεταλλάξῃ τήν νομοθεσίαν του· μιᾶς γενεᾶς πρόσωπα δέν ἠμποροῦν νά καθυποτάξουν εἰς τούς νόμους των τά πρόσωπα, ὁπού θέλουν γεννηθῆ κατόπιν τους.

Ἄρθρον 29. – Κάθε πολίτης ἔχει ἕνα ἴσον δίκαιον μέ τούς ἄλλους εἰς τό νά συντρέξῃ νά κατασταθῇ ἕνας νόμος, ἤ νά ὀνοματίσῃ τούς ἀξιωματικούς, βουλευτάς καί ἐπιτρόπους τοῦ ἔθνους.

Ἄρθρον 30. – Τά ὀφφίκια τῆς Πατρίδος εἶναι καθαυτό πρός καιρόν, ὅσον θέλει καί κρίνει εὔλογον ἡ Διοίκησις· αὐτά δέν πρέπει νά θεωρῶνται ὡς ξεχωρισταί τιμαί, μήτε ὡς ἀνταμοιβαί, ἀλλ’ ὡς χρέη ἀπαραίτητα τῶν πολιτῶν εἰς τό νά δουλεύσουν τήν Πατρίδα των.

Ἄρθρον 31. – Τά ἐγκλήματα τῶν Ἐπιτρόπων τοῦ Ἔθνους καί τῶν ἀξιωματικῶν ποτέ δέν ἔχουν νά μείνουν ἀτιμώρητα. Κανένας δέν ἔχει τό δίκαιον νά στοχάζεται τόν ἑαυτόν του ἀπαραβίαστον περισσότερον ἀπό τούς ἄλλους. Ἤγουν, ὅταν σφάλλῃ μεγάλος ἤ μικρός, ὁ Νόμος τόν παιδεύει ἀφεύκτως κατά τό σφάλμα του, ἄς εἶναι καί ὁ πρῶτος ἀξιωματικός.

Ἄρθρον 32. – Τό δίκαιον τοῦ νά δίδῃ ὁ κάθε πολίτης ἔγγραφον ἀναφοράν καί νά προσκλαίεται διά καμμίαν ἐνόχλησιν, ὁπού τῷ γίνεται, πρός ἐκείνους, ὁπού ἔχουν τήν ἐξουσίαν τοῦ ἔθνους εἰς τό χέρι τους, δέν ἔχει νά ἐμποδίζεται κατ’ οὐδένα τρόπον, μήτε νά τόν εἰποῦν πώς δέν εἶναι καιρός ἤ τόπος, ἀλλ’ ὁποίαν ὥραν καί ἄν πηγαίνῃ ὁ παραπονούμενος πολίτης, νά εἶναι δεκτή ἡ ἀναφορά του.

Ἄρθρον 33. – Τό νά ἀντιστέκεται ὁ κάθε πολίτης, ὅταν τόν καταθλίβουν καί τόν ἀδικοῦν, εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν ἄνω ρηθέντων δικαίων του· διότι κανένας δέν ἀντιστέκεται, ὅταν ἠξεύρῃ πώς θέ νά λάβῃ τό δικαιόν του μέ τήν συνδρομήν τοῦ Νόμου.

Ἄρθρον 34. – Ὅταν ἕνας μόνος κάτοικος τοῦ βασιλείου τούτου ἀδικηθῇ, ἀδικεῖται ὅλον τό βασίλειον· καί πάλιν, ὅταν τό βασίλειον ἀδικῆται ἤ πολεμῆται, ἀδικεῖται ἤ πολεμεῖται κάθε πολίτης. Διά τοῦτο δέν ἠμπορεῖ ποτέ κανείς νά εἰπῇ, ὅτι ἡ τάδε χώρα πολεμεῖται, δέν μέ μέλει, διατί ἐγώ ἡσυχάζω εἰς τήν ἰδικήν μου· ἀλλ’ ἐγώ πολεμοῦμαι, ὅταν ἡ τάδε χώρα πάσχῃ, ὡς μέρος τοῦ ὅλου ὁπού εἶμαι. Ὁ  Βούλγαρος πρέπει νά κινῆται, ὅταν πάσχῃ ὁ Ἕλλην· καί τοῦτος πάλιν δί’ ἐκεῖνον· καί ἀμφότεροι διά τόν Ἀλβανόν καί Βλάχον.

Ἄρθρον 35. – Ὅταν ἡ Διοίκησις βιάζῃ, ἀθετῇ, καταφρονῇ τά δίκαια τοῦ λαοῦ καί δέν εἰσακούῃ τά παράπονά του, τό νά κάμῃ τότε ὁ λαός ἤ κάθε μέρος τοῦ λαοῦ ἐπανάστασιν, νά ἁρπάζῃ τά ἄρματα καί νά τιμηρήσῃ τούς τυράννους του, εἶναι τό πλέον ἱερόν ἀπό ὅλα τά δίκαιά του καί τό πλέον ἀπαραίτητον ἀπό ὅλα τά χρέη του. Ἄν εὑρίσκωνται ὅμως εἰς τόπον, ὁπού εἶναι περισσότεροι τύραννοι, οἱ πλέον ἀνδρεῖοι πατριῶται καί φιλελεύθεροι πρέπει νά πιάσουν τά περάσματα τῶν δρόμων καί τά ὕψη τῶν βουνῶν, ἐν ὅσῳ ν’ ἀνταμωθοῦν πολλοί, νά πληθύνῃ ὁ ἀριθμός τῶν, καί τότε νά ἀρχίσουν τήν ἐπιδρομήν κατά τῶν τυράννων, κάμνοντες εἰς κάθε δέκα ἀνθρώπους ἕνα δέκαρχον, εἰς τούς 50 πεντηκόνταρχον, εἰς τούς ἑκατόν ἑκατόνταρχον· ὁ χιλίαρχος ἔχει δέκα ἑκατοντάρχους καί ὁ στρατηγός τρεῖς χιλιάρχους, ὁ δέ ἀρχιστράτηγος πολλούς στρατηγούς.

Τά χρέη τῶν πόλεων, πολιτειῶν, χωρῶν, καί τῶν κατά μέρος πολιτῶν, ὁπού ἐχρεωστοῦντο παρθέντα πρό πέντε χρόνων καί εἰς αὐτό τό διάστημα ἐπληρώνετο διάφορον εἰς τούς δανειστάς, ἡ παροῦσα Διοίκησις τά ἀναιρεῖ καί οἱ δανεισταί δέν ἔχουν νά ζητοῦν εἰς τό ἑξῆς μήτε κεφάλαιον, μήτε διάφορον ἀπό τούς χρεώστας, ὡσάν ὁπού ἐπῆραν τά δάνεια των, διότι διπλώνουν τά κεφάλαια εἰς πέντε χρόνους.

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΕΝΗΣ ΠΡΑΞΕΩΣ

ΚΑΙ ΨΥΧΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ

ΤΑΞΙΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΙ

ΠΑΡΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

Περί τῆς Δημοκρατίας

Ἄρθρον 1. – Ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία εἶναι μία, μέ ὅλον ὁπού συμπεριλαμβάνει εἰς τόν κόλπον της διάφορα γένη καί θρησκείας· δέν θεωρεῖ τάς διαφοράς τῶν λατρειῶν μέ ἐχθρικόν μάτι· εἶναι ἀδιαίρετος, μ’ ὅλον ὁπού ποταμοί καί πελάγη διαχωρίζουν τές ἐπαρχίες της, αἱ ὁποῖαι ὄλαι εἶναι ἕνα συνεσφιγμένον ἀδιάλυτον σῶμα.

Περί διαιρέσεως τοῦ λαοῦ

Ἄρθρον 2. – Ὁ Ἑλληνικός λαός, τουτέστιν ὁ εἰς τοῦτο τό βασίλειον κατοικῶν, χωρίς ἐξαίρεσιν θρησκείας καί γλώσσης, διαμοιράζεται εἰς πρώτας συναθροίσεις εἰς τάς τοπαρχίας, διά νά βάλῃ εἰς πράξιν τήν αὐτοκρατορικήν ἐξουσίαν του· ἤγουν, συναθροίζεται εἰς κάθε ἐπαρχίαν, διά νά δώσῃ τήν γνώμην τοῦ ἐπάνω εἰς κανένα πρόβλημα.

Ἄρθρον 3. – Διαμοιράζεται, διά τήν εὐκολίαν τῆς διοικήσεως καί διά νά γίνεται ἡ δικαιοσύνη ὁμοιοτρόπως, εἰς ἐπαρχίας, τοπαρχίας καί προεστᾶτα. Ἤγουν, ἐπαρχία λέγεται ἡ Θεσσαλία, τοπαρχία ἡ Μαγνησία (ἤγουν τοῦ Βόλου τά χωρία) καί προεστᾶτον ἡ πολιταρχία τῆς Μακρυνίτζας ἐπάνω εἰς δώδεκα χωρία.

Περί τῆς τάξεως τῶν πολιτῶν

Ἄρθρον 4. – Κάθε ἄνθρωπος γεννημένος καί κατοικῶν εἰς αὐτό τό βασίλειον εἰκοσιενός χρόνου ἡλικίας, εἶναι πολίτης.

– Κάθε ξένος εἰκοσιενός σωστοῦ χρόνου, ὅστις, κατοικῶντας εἰς αὐτό τό βασίλειον πρό ἑνός χρόνου, ζῇ μέ τό ἐργόχειρόν του, εἶναι πολίτης.

– Ἐκεῖνος ὁπού ἀγοράζει ἕνα ὑποστατικόν εἶναι πολίτης.

– Ἐκεῖνος ὁπού νυμφεύεται μίαν Ἑλληνίδα εἶναι πολίτης,

– Ἐκεῖνος ὁπού παίρνει ἕνα ψυχοπαίδι εἶναι πολίτης,

– Ἐκεῖνος ὁπού ὁμιλεῖ τήν ἁπλῆν ἤ τήν ἑλληνικήν γλῶσσαν καί βοηθεῖ τήν Ἑλλάδα, ἄς διατρίβῃ καί εἰς τούς ἀντίποδας (ἐπειδή τό ἑλληνικόν προζύμι ἐξαπλώθη καί εἰς τά δύο ἡμισφαίρια), εἶναι Ἕλλην καί πολίτης.

– Ἐκεῖνος ὁπού εἶναι χριστιανός καί δέν ὁμιλεῖ τήν ἁπλῆν ἤ τήν ἑλληνικήν διάλεκτον, ἀλλά μόνον βοηθεῖ τήν Ἑλλάδα, εἶναι πολίτης.

– Καί, τέλος πάντων, κάθε ξένος τόν ὁποῖον ἡ Διοίκησις στοχάζεται πώς εἶναι ἄξιος κάτοικος τῆς Πατρίδος, ἤγουν καθώς ἕνας καλός τεχνίτης, ἕνας προκομμένος διδάσκαλος, ἕνας ἄξιος πατριώτης, εἶναι δεκτός εἰς τήν Πατρίδα καί ἠμπορεῖ νά μετέρχεται ἰσοτίμως τά δίκαια, ὁπού καί ὅλοι οἱ συμπολιται.

– Ἕνας ξένος φιλόσοφος ἤ τεχνίτης Εὐρωπαῖος, ὁπού ἀφήσῃ τήν πατρίδα του καί ἔλθῃ νά κατοικήσῃ εἰς τήν Ἑλλάδα, μέ σκοπόν νά μεταδώσῃ τήν σοφίαν ἤ τήν τέχνην του, ὄχι μόνον θεωρεῖται ὡς καθαυτό πολίτης, ἀλλά καί μέ δημόσια ἔξοδα νά τῷ ἐγείρεται ἕνας ἀνδριάς μαρμαρένιος μέ τά παράσημα τῆς διδασκαλίας ἤ τέχνης του, καί ὁ πλέον σοφός ἑλληνικός κάλαμος νά γράφῃ τήν ἱστορίαν τῆς ζωῆς του.

Ἄρθρον 5. – Χάνει τά δίκαια τοῦ πολίτου ἐκεῖνος ὁπού ἔγινεν ἐντόπιος εἰς ξένον βασίλειον καί δέν βοηθεῖ τήν Πατρίδα του καί ἀπ’ ἐκεῖ, μέ ὅποιον τρόπον ἠμπορεῖ, ἀλλ’ ἀδιαφορεῖ εἰς τάς προσταγάς της. Ὁμοίως καί ἐκεῖνος ὁπού δέχεται ὀφφίκιον ἤ δούλευσιν ἤ χαρίσματα ἀπό χέρι Τυράννου. Ὁ τοιοῦτος δέν λέγεται πλέον πολίτης, ἀλλά προδότης· ὅθεν καί νά ἀποδιώκεται μακράν καί ἐμπιστοσύνη αὐτῷ νά μή δίδεται. Προσέτι τά χάνει καί ἕνας ὁπού ἔπταισε καί κατά τόν νόμον καταδικάζεται εἰς κρίσιν, ἐν ὅσῳ ν’ ἀθωωθῇ.

Ἐξ ἐναντίας, εἶναι γενναῖος πολίτης, ἀξιέπαινος κάτοικος καί φίλτατος θνητός ἐπί γής εἰς τούς συμπολίτας του ἐκεῖνος, ὅστις, διατρίψας εἰς ξένους τόπους, ἔμαθε μίαν τέχνην ἤ ἐσπούδασε μίαν ἐπιστήμην, ἤ τήν ναυτικήν ἤ, προπάντων, τήν τακτικήν πολεμικήν, καί ἐπιστρέφει εἰς τήν Πατρίδα. Ἐκείνου τό ὄνομα, καί ἡ πόλις ὁπού τόν ἔδωκε τό εἶναι, καί τό γένος, νά καταγράφεται εἰς τόν δημόσιον κώδικα, ὄχι μόνον ὡς πολίτου, ἀλλά καί ὡς εὐεργέτου τῆς Πατρίδος· νά τῷ δίδεται εὐθύς καί ἀξίωμα κατά τήν προκοπήν του.

Ἄρθρον 6. – Ἡ χρῆσις τῶν δικαίων τοῦ πολίτου μένει ἀνενέργητος τότε, ὅταν εἶναι ἐγκαλεσμένος εἰς τήν κρίσιν, καί ὅσον καιρόν ἤθελε βαστάξει ἡ κρισολογία, ἐν ὅσῳ νά τελειώσῃ πρός ὄφελός του.

Περί τῆς Αὐτοκρατορίας τοῦ Λαοῦ

Ἄρθρον 7. – Ὁ αὐτοκράτωρ λαός εἶναι ὅλοι οἱ κάτοικοι τοῦ βασιλείου τούτου, χωρίς ἐξαίρεσιν θρησκείας καί διαλέκτου, Ἕλληνες, Βούλγαροι, Ἀλβανοί, Βλάχοι, Ἀρμένηδες, Τοῦρκοι καί κάθε ἄλλο εἶδος γενεᾶς.

Ἄρθρον 8. – Αὐτός ὁ λαός μόνος του ὀνοματίζει τούς ἀπεσταλμένους του πρός τό κοινόν συμβούλιον τοῦ ἔθνους.

Ἄρθρον 9. – Αὐτός δίδει τήν ἄδειαν τῆς ἐκλογῆς εἰς τούς ἀναμεταξύ του διαλεκτάς, νά διαλέξουν τούς δημοσίους νομοκράτορας, τούς ἐγκληματικούς κριτάς καί τούς λοιπούς ἀξιωματικούς.

Ἄρθρον 10. – Αὐτός ὁ λαός βουλεύεται, ἄν εἶναι οἱ διωρισμένοι νόμοι καλοί διά τήν εὐδαιμονίαν του· καί εἰ μέν εἶναι καλοί, τούς φυλάττει· εἰ δέ καί ἔχει λόγον νά ἀντειπῇ, προβάλλει εἰς τήν Διοίκησιν τό τί τόν πειράζει.

Περί τῶν πρώτων συναθροίσεων

Ἄρθρον 11. – Αἱ πρῶται συναθροίσεις τοῦ λαοῦ, ἤγουν ἐκεῖναι ὁπού γίνονται διά νά ἀποφασισθοῦν ποῖοι ἔχουν νά ἐκλεχθῶσιν ὡς ἀπεσταλμένοι, συγκροτοῦνται ἀπό κατοίκους, οἵτινες εὑρέθησαν νά ἔχουν σπίτια πρό ἕξ μηνῶν τοὐλάχιστον εἰς τήν τοπαρχίαν ἐκείνην, ὁπού γίνεται ἡ συνάθροισις.

Ἄρθρον 12. – Αὗται αἱ πρῶται συναθροίσεις εἶναι συνθεμέναι ἀπό 200 πολίτας, τοὐλάχιστον, καί ἀπό 600, τό περισσότερον, προσκαλεσμένους νά δώσουν τήν γνώμην τους.

Ἄρθρον 13. – Αὗται αἱ πρῶται συναθροίσεις, προτοῦ νά ἔμβουν εἰς τήν ὑπόθεσιν τῆς ἐκλογῆς, διορίζουν πρῶτον ἕναν πρόεδρον, ἕναν γραμματικόν, νά γράφῃ τά λεγόμενα, καί ἕναν ψηφοφόρον, ἤτοι ἐκεῖνον ὁπού βαστᾷ τήν στάμνον, μέσα εἰς τήν ὁποίαν ρίπτονται τά χαρτάκια, ἐπάνω τῶν ὁποίων εἶναι γραμμένη ἡ γνώμη καί τό ὄνομα τοῦ κατοίκου ὁπού τήν δίδει.

Ἄρθρον 14. – Το ζαμπιτλίκι, διά νά βασταχθῇ ἡ εὐταξία εἰς τήν συνάθροισιν αὐτήν, διορίζεται παρά τῶν ἰδίων πολιτῶν ἀπ’ ἀναμεταξύ των.

Ἄρθρον 15. – Κανένας εἰς τήν τοιαύτην συνέλευσιν νά μήν ἔρχεται ἀρματωμένος.

Ἄρθρον. 16. – Αἱ ἐκλογαί γίνονται ἐγγράφως ἤ μέ μεγάλην φωνήν, καθώς θέλει καθένας τῶν ἐκλεγόντων πολιτῶν.

Ἄρθρον 17. – Μία πρώτη συνάθροισις μιᾶς τοπαρχίας δέν ἠμπορεῖ κατ’ οὐδένα τρόπον νά προσδιορίσῃ εἰς ἄλλην τοπαρχίαν τό νά συναθροίζωνται κατά τόν τρόπον ὁπού καί αὐτή· ἀλλ’ ἡ κάθε μία εἶναι ἐλευθέρα καθώς τό κρίνῃ καλλιώτερον.

Ἄρθρον 18. – Οἱ ψηφοφόροι βεβαιώνουσι τήν ψῆφον τῶν κατοίκων, ὁπού δέν ἠξεύρουν νά γράψουν καί θέλουν νά εἶναι ἐγγράφως ἡ γνώμη των.

Ἄρθρον 19. – Αἱ γνῶμαι, ὁπού δίδονται περί τῶν Νόμων, εἶναι τό ΝΑΙ  ἤ τό ΟΧΙ· ἤγουν οἱ θέλοντες ἐκεῖνον τόν νόμον γράφουν τό ὄνομά τους καί ἕνα ΝΑΙ· καί οἱ μή θέλοντές τον γράφουν τό ὄνομά τους καί ἕν ΟΧΙ· καί οἱ περισσότεροι κυριεύουσι.

Ἄρθρον 20. – Ἡ θέλησις τῆς πρώτης συναθροίσεως κηρύττεται ἔτζι: Οἱ πολῖται τῆς τοπαρχίας τάδε…συναχθέντες εἰς πρώτην συνάθροισιν τῇ πρώτῃ Μαΐου 1798, τόν ἀριθμόν 600 ψηφισταί, ψηφοῦσιν ὑπέρ τῆς ὑποθέσεως τάδε…ἤ κατά τῆς ὑποθέσεως τάδε…ὄντες οἱ περισσότεροι τῶν ἀριθμόν 350 ἐναντίον 250.

Περί τῆς ἐθνικῆς παραστήσεως

Ἄρθρον 21. – Παρασταίνει ὅλον τό ΄Ἔθνος τό πλῆθος τοῦ λαοῦ, τό ὁποῖον εἶναι ὡς θεμέλιον τῆς ἐθνικῆς παραστήσεως, καί ὄχι μόνον οἱ πλούσιοι ἤ οἱ προεστοί (τουρκ. κοτζιαμπασῆδες).

Ἄρθρον 22. – Σαράντα χιλιάδες ὑποκείμενα ἔχουν νά ἐκλέξουν ἕναν ἀπ’ ἀναμεταξύ των, διά νά γένῃ ἀπεσταλμένος εἰς τό Νομοδοτικόν Σῶμα.

Ἄρθρον 23. – Κάθε συνένωσις τῶν πρώτων συναθροίσεων ὁπού ἦτον ἀπό 39 ἕως 41 χιλιάδας ἀνθρώπων, ὀνοματίζει ἕναν ἀπεσταλμένον.

Ἄρθρον 24. – Ὁ ὀνοματισμός γίνεται μόνον κατά τό πλῆθος τῶν ψήφων· ἤγουν ποτέ οἱ ὀλιγώτεροι δέν ἔχουν κῦρος, ἄς εἶναι ὅσον πλούσιοι καί ἄν εἶναι.

Ἄρθρον 25. – Κάθε πρώτη συνάθροισις κάμνει τήν σύναξιν τῶν ψήφων της καί στέλλει ἕναν ἐπιθεωρητήν ἐκεῖ, ὁπού εἶναι ἡ μεγαλυτέρα συνάθροισις εἰς τήν μέσην τῆς τοπαρχίας, διά νά ἐπικρίνῃ τήν ἐκλογήν ὁπού ἐκεῖ ἔγινε διά τόν ἐκλεχθέντα, καί δέν εἶναι ἀνάγκη νά πηγαίνουν ὅλοι οἱ κάτοικοι.

Ἄρθρον. 26. – Ἄν ἡ πρώτη ἐπίκρισις τῆς συναθροίσεως δέν περιέχῃ ἱκανῶς τόν περισσότερον ἀριθμόν, ἀλλ’ εἶναι καί ἀπό τά δύο ἀντιφάσκοντα μέρη ἴσια-ἴσια, πρέπει νά γίνῃ καί δευτέρα συνάθροισις, καί τότε ψηφίζουσι περί τῶν δύο πολιτῶν, οἵτινες ἥνωσαν εἰς τόν ἑαυτόν των τάς περισσοτέρας ψήφους τῶν κατοίκων.

Ἄρθρον 27. – Ἄν αἱ ψῆφοι εἶναι ἰσάριθμοι, ἤγουν 300 εἶναι διά τόν Πέτρον καί 300 διά τόν Παῦλον, ὁ γεροντότερος προτιμᾶται, τόσον διά νά ὑποψηφισθῇ, ὅσον καί διά νά ἐκλεχθῇ· ὅταν ὅμως καί οἱ δύο εἶναι τῆς αὐτῆς ἡλικίας, τότε ὁ κλῆρος ξεχωρίζει.

Ἄρθρον 28. – Κάθε προκομμένος κάτοικος μετερχόμενος τά δίκαια τοῦ πολίτου, εἶναι ἄξιος νά ἐκλεχθῇ εἰς ὅλην τήν ἔκτασιν τῆς Δημοκρατίας.

Ἄρθρον 29. – Κάθε ἀπεσταλμένος τοποτηρητής εἶναι κτῆμα ὁλοκλήρου του ἔθνους· ἤγουν δέν θεωρεῖται πώς εἶναι ἀπ’ ἐκείνην ἤ ἐκείνην τήν τοπαρχίαν, ἀλλά πώς εἶναι ὁλονῶν μας.

Ἄριθρον  30. – Ἄν τύχῃ καί ὁ ἐκλεχθεῖς δέν δέχεται τήν ἐκλογήν, ἤ ζητῇ νά ἀφεθῇ πλέον ἀπό τήν δούλευσιν, ἤ τόν ἔβγαλεν ἡ Διοίκησις ἀπό τήν ἀξίαν του διά καμμίαν αἰτίαν εὐλογοφανῆ, ἤ ἀπέθανεν, αἱ πρῶται συναθροίσεις, ὁπού τόν ὠνομάτισαν, ἔχουν ἄλλον ἕτοιμον διάδοχόν του, διά νά βάλουν εἰς τόν τόπον του.

Ἄρθρον 31. – Ἕνας ἀπεσταλμένος τοποτηρητής, ὁπού ἐζήτησε ν’ἀφεθῇ καί τόν ἐδόθη ἡ ἄδεια ἀπό τήν Διοίκησιν, δέν ἠμπορεῖ ν’ ἀφήσῃ τήν δουλειάν του, ἐν ὅσῳ δέν ἔλθῃ ἐκεῖνος ὁπού ἔχει νά ἔμβῃ εἰς τόν τόπον του καί νά ἐπιχειρισθῇ τό ἔργον τοῦ ἐβγαλμένου.

Ἄρθρον 32. – Ὁ λαός τούτου τοῦ βασιλείου συμμαζώνεται κάθε χρόνον εἰς τήν πρώτην Μαΐου, διά νά κάμη τάς ἐκλογάς τῶν τοποτηρητῶν του.

Ἄρθρον 33. – Ὁ λαός κρίνει καί ἀποφασίζει δί’ αὐτάς τάς ἐκλογάς, ὅσος καί ἄν εἶναι ὁ ἀριθμός τῶν πολιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τό δίκαιον νά δώσουν ψῆφον εἰς αὐτάς.

Ἄρθρον 34. – Αἱ πρῶται συναθροίσεις γίνονται καί ἔξω τῆς τάξεως, ἤγουν ἄς μήν εἶναι καί ἡ πρώτη Μαΐου· ἤγουν, ὅταν τό ἕνα πέμπτον τῶν πολιτῶν ἐκείνων, ὁπού ἔχουν τό δίκαιον νά δώσουν τήν γνώμην τους εἰς αὐτάς, ζητᾷ διά νά γίνουν.

Ἄρθρον 35. – Ἡ συνάθροισις γίνεται (ὅταν τύχῃ τοιαύτη περίστασις ὡς ἡ 34) διά μέσου τῶν προεστῶν τοῦ τόπου ἐκείνου, ὁπού εἶναι ἡ συνήθεια νά γίνεται πάντοτε.

Ἄρθρον 36. – Αὐταί αἱ ἔξω τῆς τάξεως συναθροίσεις (ἤγουν ἐκεῖναι ὁπού γίνονται εἰς ἄλλον καιρόν, καί ὄχι εἰς τήν πρώτην Μαΐου) τότε ἠμποροῦν νά βουλεύωνται καί ν’ ἀποφασίζουν, ὅταν ἕνας παραπάνω ἀπό τούς μισούς πολίτας ἐκείνους, ὁπού ἔχουν δίκαιον νά δώσουν τήν γνώμην τους, εἶναι παρόντες· τουτέστι ὁ σωστός ἀριθμός τῶν ψηφιστῶν εἶναι 600, πρέπει νά εἶναι 301, ὅταν θέ νά γίνῃ ἡ ἔξω τῆς τάξεως συνάθροισις.

Περί τῶν Ἐκλεκτικῶν Συναθροίσεων

Ἄρθρον 37. – Οἱ πολῖται, ἑνωμένοι εἰς πρώτας συναθροίσεις, ὀνοματίζουν ἕναν ἐκλέκτορα, ὅταν εἶναι αὐτοί 200 τόν ἀριθμόν· εἰδέ καί εἶναι ἀπό τούς 201 ἕως τούς 400, ὀνοματίζουν δύο ἐκλέκτορας· καί ἄν εἶναι ἀπό τούς 401 ἕως τούς 600, ὀνοματίζουν τρεῖς.

Ἄρθρον 38. – Βαστῶνται, διαρκοῦσι καί γίνονται κατά τόν ὅμοιον τρόπον αἱ ἐκλεκτικαί συναθροίσεις, καθώς καί αἱ πρῶται ὁπού εἴπαμεν (ἄρθρ. 11, 12, 13)· ἤγουν αἱ πρῶται συναθροίσεις γίνονται ἐγγράφως ἤ μέ τήν φωνήν, ἔτζι καί αὗται. Ἐκεῖ εἶναι 600 ψηφισταί τοὐλάχιστον διά νά ἐκλέξουν τρεῖς, ἐδῶ πάλιν ὁμοίως.

Περί τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος

Ἄρθρον 39. – Τό Νομοδοτικόν Σῶμα, ὅπερ καί Βουλή ὀνομάζεται, εἶναι συνθεμένον ἀπό 750 ὑποκείμενα. Οἱ μέν 500 εἶναι οἱ νεώτεροι καί ὀνομάζεται Η ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ 500· αὐτοί προβάλλουν Νόμους. Οἱ δέ 250 εἶναι οἱ γεροντότεροι καί ὀνομάζεται ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΓΕΡΟΝΤΩΝ· αὐτοί ἐπικυρώνουν τούς προβληθέντας Νόμους παρά τῶν 500 ἤ τούς ἀκυρούσιν, ἄν δέν τούς εὕρουν εὔλογον. Ἐκεῖνοι, ὡς νεώτεροι, εἶναι ἐφευρετικοί καί δραστήριοι· τοῦτοι ὡς γεροντότεροι, κριτικώτεροι καί ἐξερευνητικοί. Τό σῶμα τοῦτο εἶναι ἕν αἰώνιον εἰς τό ἔργον του. Ἄν καί ἀλλάζουν τά ὑποκείμενα, τό σῶμα ὅμως μένει ὁλόκληρον, καί αἱ προσταγαί του δέν ἀλλάζουν μέ τήν ἀλλαγήν τῶν ὑποκειμένων.

Ἄρθρον 40. – Ἀλλάζονται ἤ κυρώνονται τά μέλη τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος κάθε χρόνον.

Ἄρθρον 41. – Ἡ ἕνωσις ὅλων τῶν ἀπεσταλμένων τοποτηρητῶν, ὁπού ἐστάλθησαν ἀπό τάς ἐκλεκτικάς συναθροίσεις, πρέπει νά εὑρεθοῦν εἰς τόν τόπον ὁπού τοῖς ἐδιορίσθη, διά νά κάμουν ἀρχήν τῆς ἐπιχειρήσεώς των εἰς τήν πρώτην ἡμέραν τοῦ Ἰουλίου μηνός.

Ἄρθρον 42. – Αὐτό τό Νομοδοτικόν Σῶμα ὀνομάζεται ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ, ὡσάν ὁπού παρασταίνει ὅλον τό Ἔθνος· αὐτό λοιπόν ὅταν ἐκδίδῃ προσταγάς καί Νόμους, τότε πιάνονται καί εἶναι δίκαιοι, ὅταν εἶναι τοὐλάχιστον ἕνας περισσότερον ἀπό τούς μισούς τοποτηρητάς, καί ὄχι μόνον μερικοί.

Ἄρθρον 43. – Οἱ ἀπεσταλμένοι αὐτοί δέν εἶναι συγχωρημένον νά κυνηγηθοῦν, νά ἐγκαλεσθοῦν, καί νά κριθοῦν ποτέ διά τάς ἰδέας καί γνώμας, ὁπού ἐφανέρωσαν ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος· ἤγουν εἶναι πάντῃ ἐλεύθεροι νά εἰποῦν ἐκεῖνο ὁπού στοχάζονται διά ὠφελιμώτερον εἰς τήν Πατρίδα, χωρίς καμμίαν συστολήν.

Ἄρθρον 44. – Αὐτοί ἠμποροῦν νά κατακρατηθοῦν, ὅταν κάμουν κανένα ἔγκλημα βαρύ, καθώς φόνον, ἤ ἄλλο τοιοῦτον· ὅμως ἡ ἀπόφασις τοῦ νά τούς πηγαίνουν εἰς κανέναν τόπον, πρέπει νά γένῃ μέ τήν ἐπικύρωσιν τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος, ἐπειδή καί αὐτά τά ὑποκείμενα εἶναι ἱερά καί παρασταίνουν τό Γένος ὁλόκληρον· ὅθεν πρέπει τό ὁλόκληρον Γένος, ὁπού παρασταίνεται ἀπό τό Νομοδοτικόν Σῶμα, νά τούς καταδικάσῃ.

Περί συνεδρίων τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος

Ἄρθρον 45. – Τά συνέδρια τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος εἶναι δημόσια καί φανερά.

Ἄρθρον 46. – Ὅλα, ὅσα καί νά εἴπουν εἰς τό Συνέδριον, γράφονται καί λέγονται Πρακτικά· αὐτά λοιπόν τά Πρακτικά νά τυπώνωνται, διά νά ἠξεύρῃ ὁ λαός διαβάζοντάς τα.

Ἄρθρον. 47. – Τό Συνέδριον δέν ἠμπορεῖ νά βουλευθῇ καί ν’ ἀποφασίσῃ, ἄν δέν εἶναι τά ἥμιση μέλη παρόντα.

Ἄρθρον 48. – Τό Συνέδριον δέν ἠμπορεῖ νά ἐμποδίσῃ τήν ὁμιλίαν ἀπό κανέναν συγκάθεδρόν του εἰς τήν τάξιν ὁπού ἤθελε ζητήσει νά συντύχῃ, ὅταν στοχάζεται τίποτες ἀναγκαῖον ὑπέρ τῆς Πατρίδος.

Ἄρθρον 49. – Τό Συνέδριον βουλεύεται, ὅταν οἱ παρόντες τοποτηρηταί εἶναι περισσότεροι ἀπ’ ἐκείνους ὁπού λείπουν.

Ἄρθρον 50. – Πενήντα μέλη τῆς Ἐθνικῆς Συνελεύσεως, ὅταν εὕρουν καμμίαν δυσκολίαν ἤ δυσαρεστοῦνται εἰς τίποτες, ἠμποροῦν νά ζητήσουν ὅτι νά συναχθῇ ὁλόκληρον τό Γένος κατά τούς ρηθέντας τρόπους (11, 12, 13, 38), διά ν’ ἀποφασίσῃ ἐκείνην τήν ὑπόθεσιν.

Ἄρθρον 51. – Ἡ Ἐθνική Συνέλευσις ἔχει τό δίκαιον νά ἐξετάζῃ τήν διαγωγήν καί τά κινήματα καθενός ἀπεσταλμένου ὁπού συνεδριάζει μαζί της, ὁπού ἄν εἶναι πρός ὄφελος τῆς Πατρίδος, καλῶς· εἰδέ ὄχι, νά τόν φανερώνῃ καί νά λαμβάνῃ προσοχήν ἀπό τόν ὕποπτον.

Ἄρθρον 52. – Οἱ φύλακες, οἵτινες φυλάττουσιν εἰς τόν τόπον ὁπού γίνεται ἡ συνάθροισις τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος, ὑπόκεινται εἰς τάς προσταγάς των· ὁμοίως καί ἐκεῖνοι ὁπού εἶναι τριγύρω εἰς τό κτίριον τῆς συναθροίσεώς του, νά εἶναι διωρισμένοι ἀπ’ αὐτό.

Περί τῶν ἔργων τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος

Ἄρθρον 53. – Τό Νομοδοτικόν Σῶμα προβάλλει νόμους καί δίδει ψηφίσματα, ἤτοι προσταγάς.

Ὅλοι οἱ νόμοι καί προσταγαί γίνονται εἰς τήν ἁπλῆν τῶν Ἑλλήνων γλῶσσαν, ὡς πλέον εὐκατάληπτον καί εὔκολον νά σπουδασθῇ ἀπό ὅλα τά εἰς τό βασίλειον τοῦτο ἐμπεριεχόμενα γένη· ὁμοίως καί ὅλα τά ἔγγραφα τῶν κρίσεων καί ἄλλων δημοσίων πράξεων.

Ἄρθρον 54. – Νόμοι θέλει νά εἰπῇ ἐκεῖναι αἱ πράξεις τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος, ὁπού ἀποβλέπουσι:

α΄ -Τήν νομοθεσίαν ὁπού ἀφορᾷ εἰς τά πολιτικά καί ἐγκληματικά.

β΄ -Τήν γενικήν διοίκησιν τῶν τακτικῶν ἐσόδων καί ἐξόδων τῆς Δημοκρατίας.

γ΄ – Τά ὑποστατικά ὁπού ἐξουσιάζει ὅλον τό Ἔθνος, λεγόμενα βασιλικά.

δ΄ – Ὁ τίτλος, τό βάρος, ἡ βούλλα καί τό ὄνομα τῶν ἀσπρῶν καί κάθε εἶδος χρήματος.

ε΄ – Τά εἴδη τῶν δοσιμάτων, πόση νά εἶναι ἡ σούμμα των καί πῶς νά συμμαζώνωνται.

στ΄ – Ἡ κήρυξις τοῦ πολέμου ἐναντίον κανενός ἐχθρικοῦ ἔθνους.

ζ΄  – Κάθε νέος διαμερισμός εἰς τοπαρχίας καί ἐπαρχίας τοῦ τόπου τῆς Δημοκρατίας.

η΄  -Ἡ ἐπιστασία τῶν σχολείων καί τί λογής νά ἀνατρέφωνται οἱ παῖδες τῶν πολιτῶν.

θ΄ – Αἱ δημόσιαι τιμαί διά τήν ἐνθύμησιν τῶν μεγάλων ἀνδρῶν καί τῶν διαφεντευτῶν τῆς Πατρίδος.

Ἄρθρον 55. – Ψηφίσματα ἤ προσταγαί θέλει νά εἰπῇ αἱ πράξεις τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος ὁπού ἀποβλέπουσι:

α΄ -Τόν διορισμόν τῶν στρατευμάτων ὁπού χρειάζονται, τόσον διά θαλάσσης ὅσον καί διά ξηρᾶς, τόν κάθε χρόνον.

β΄ – Τήν ἄδειαν ἤ τό ἐμπόδιόν τοῦ νά περάσουν ξένα στρατεύματα ἐπάνω εἰς τόν τόπον τοῦ βασιλείου τούτου.

γ΄ –  Τό ἔμβασμα θαλασσίων ξένων δυνάμεων εἰς τούς λιμένας τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας.

δ΄ –  Τήν φροντίδα περί τῆς κοινῆς σιγουρότητος καί ἡσυχίας· ἤγουν τούς τρόπους τοῦ νά διαφυλάττεται ἡ εὐταξία καί ἡ ἡσυχία μέσα εἰς τόν ἑλληνικόν τόπον.

ε΄ –  Τήν ἐτησίαν καί καθημερινήν διαμοίρασιν τῶν συνδρομῶν καί τῶν δημοσίων ἔργων· ἤγουν ὄσας χρειάζονται συνδρομάς εἰς διάφορα μέρη τῆς Δημοκρατίας δι’ ὅλον τόν χρόνον, καί προσταγάς διά φτιάσιμον γεφυρίων, δρόμων, λιμένων, καναλίων, κτιρίων καί τά λοιπά.

στ΄ – Τάς προσταγάς διά νά κοποῦν ἄσπρα κάθε λογῆς.

ζ΄  – Τά ἀκανόνιστα ἔξοδα, ὁπού γίνονται εἰς τάς δημοσίους ὑποθέσεις, ὁμοίως καί τά ἀσυνήθιστα· ἤγουν, ἡ ἀντιμισθία ἑνός ὁπού ἔκαυσε τά καράβια τοῦ ἐχθροῦ, ἤ τά ἔξοδα ἑνός ὁπού στέλλεται νά ἐκτελέσῃ ἕναν κρύφιον σκοπόν πρός ὄφελος τῆς Πατρίδος.

η΄  – Τάς σκέψεις, ἤγουν τά φρόνιμα μέτρα ὁπού χρησιμεύουν εἰς ἕναν τόπον, εἰς ἕνα μέρος, εἰς μίαν πολιταρχίαν, εἰς ἕνα εἶδος δημοσίων ἔργων.

θ΄ -Τήν φρονίδα τοῦ νά διαφεντεύεται ὁ τόπος τῆς Δημοκρατίας.

ι΄ -Τήν ἐπικύρωσιν τῶν συνθηκῶν τῆς εἰρήνης.

ια΄ -Τήν ὀνομάτισιν ἤ τήν ἀλλαγήν τῶν στρατηγῶν τῆς Δημοκρατίας.

ιβ΄ -Τό νά κυνηγήσουν καί νά βιάσουν κάθε πρόσωπον τῆς Βουλῆς νά δώσῃ λογαριασμόν, ὁμοίως καί κάθε πολιτικόν καί δημόσιον ἀξιωματικόν.

ιγ΄  –  Τήν ἐγκάλεσιν ἐκείνων ὁπού εἶναι ὕποπτοι διά καμμίαν  συνωμοσίαν ἐναντίον τῆς γενικῆς σιγουρότητος τῆς Δημοκρατίας.

ιδ΄ –     Κάθε μεταβολήν εἰς τόν κατά μέρος διαμερισμόν τῆς ἑλληνικῆς γῆς· ἤγουν, ἄν τινας ἤθελε φανῆ προδότης τῆς Πατρίδος, αὐτή τόν ξεγυμνώνει ἀπό τήν γῆν ὁπού ἐξουσίαζε, καί τήν δίδει εἰς ἄλλον.

ιε΄ –  Τάς ἀνταμοιβάς τοῦ Ἔθνους· ἤγουν, ἕνας πολίτης ἔκαμε μίαν ἀνδραγαθίαν, καί τό Ἔθνος πρέπει νά τόν ἀνταμείψῃ· τό Νομοδοτικόν Σῶμα λαμβάνει αὐτήν τήν φροντίδα, νά διορίσῃ τί λογής ἀνταμοιβή νά τῷ δοθῇ.

Περί τοῦ πῶς νά γίνωνται οἱ Νόμοι

Ἄρθρον 56. – Ὅταν εἶναι χρεία νά γίνῃ κανένας Νόμος εἰς τήν Δημοκρατίαν, πρῶτον γίνεται ἐγγράφως μέ ἀναφοράν, ὁπού ἠμποροῦν νά ἐξετάσουν τό ὄφελος καί τήν βλάβην ὁπού ἠμπορεῖ νά προέλθῃ ἀπ’ αὐτόν.

Ἄρθρον 57. – Ἡ ἐξέτασίς του πρέπει νά σαφηνίζεται καί ὁ Νόμος νά εἶναι πρός καιρόν νομοθετημένος, ὕστερον ἀπό δεκαπέντε ἡμέρας μετά τήν ἔγγραφον ἀναφοράν.

Ἄρθρον 58. – Ὁ σκοπός τούτου τοῦ Νόμου, ἤγουν πρός τί ὠφελεῖ, ἔχει νά τυπώνεται, καί νά στέλλεται εἰς ὄλας τάς χώρας τῆς Δημοκρατίας μέ τοιαύτην ἐπιγραφήν: Προβαλλόμενος Νόμος.

Ἄρθρον 59. – Σαράντα ἡμέρας μετά τήν ἀποστολήν τοῦ προβαλλόμενου νόμου, ἐάν εἰς τάς μισάς καί μίαν ἐπαρχίαν τό δέκατον τῶν πρώτων συναθροίσεων (ἤγουν 60 πολίται) ἑκάστης ἐπαρχίας, κανονικῶς συγκροτηθεισῶν, δέν ἀντεστάθηκεν, ὁ ἔγγραφος προβαλλόμενος νόμος εἶναι δεκτός καί ἐπικυρώνεται γνωριζόμενος εἰς τό ἑξῆς ὡς Νόμος.

Ἄρθρον 60. – Ἄν δέν τόν στέργῃ τό δέκατον τῶν πρώτων συναθροίσεων ἑκάστης ἐπαρχίας, τότε τό Νομοδοτικόν Σῶμα συναθροίζει τάς πρώτας συνελεύσεις (ἄρθρα 11, 12, 13) καί ἐρωτᾶται ὅλος ὁ λαός διά νά δώσῃ τήν γνώμην του.

Περί τοῦ τίτλου τῶν Νόμων καί τῶν Προσταγῶν

Ἄρθρον 61. – Οἱ νόμοι, αἱ προσταγαί, αἱ ἀποφάσρις τῆς κρίσεως καί ὄλαι αἱ δημόσιαι πράξεις, λαμβάνουν τοιοῦτον τίτλον: Ἐν ὀνόματι τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, τῷ…χρόνῳ τῆς Ἐλευθερίας, τοῦδε σωτηρίου τῷ

Περί τοῦ Ἐκτελεστικοῦ Διοικητηρίου

Ἄρθρον 62. – Τό Ἐκτελεστικόν Διοικητήριον συντίθεται ἀπό πέντε ἄνδρας.

Ἄρθρον 63. – Ἡ Ἐκτελεστική Συνάθροισις κάθε ἐπαρχίας (37, 38) ὀνοματίζει ἕναν ὑποψήφιον, τό δέ Νομοδοτικόν Σῶμα ἐκλέγει ἀπό τόν γενικόν κατάλογον τῶν ὀνομάτων τά μέλη τοῦ Διοικητηρίου.

Ἄρθρον 64. – Ἀλλάζει τό ἥμισυ κάθε χρόνον.

Ἄρθρον 65. – Τό Διοικητήριον ἔχει χρέος νά φροντίζῃ, νά διευθύνῃ καί νά ἐπαγρυπνῇ περί τῆς γενικῆς διοικήσεως· αὐτό δέν ἔχει τήν ἄδειαν νά ἐνεργήσῃ ἀλλέως, παρά ἐκτελῶντας τούς Νόμους καί τάς Προσταγάς, ἐκδοθέντα ὑπό τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος.

Ἄρθρον 66. – Αὐτό ὀνοματίζει τούς ἔξω ἀρχηγούς καί προεστῶτας τῆς γενικῆς διοικήσεως τῆς Δημοκρατίας, τούς Πρέσβεις καί Κονσόλους εἰς τάς ξένας Αὐλάς.

Ἄρθρον 67. – Το Νομοδοτικόν Σῶμα προσδιορίζει τόν ἀριθμόν καί τό ἔργον τῶν πρακτόρων, ἤγουν τῶν εἰς τάς ἐπαρχίας ἐπιτρόπων τοῦ Διοικητηρίου τούτου.

Ἄρθρον 68. – Αὐτοί οἱ πράκτορες δέν συνθέτουν ἀναμεταξύ των κανένα βουλευτήριον, εἶναι χωρισμένοι, χωρίς καμμίαν σχέσιν ἐτοῦτοι μέ ἐκείνους, δέν μετέρχονται καμμίαν προσωπικήν ἐξουσίαν, ἀλλ’ ἐν ὀνόματι τοῦ Διοικητηρίου.

Ἄρθρον 69. – Τό Διοικητήριον τοῦτο ἐξάγει ἀπό τόν κόλπον του πράκτορας διά τά ἔξω τῆς Δημοκρατίας· ἤγουν ἐκείνους ὁπού ἔχουν νά πραγματεύσουν κανένα ἐπιχείρημα ὑπέρ Πατρίδος, ἤ νά τελειώσουν καμμίαν κρυφήν πρᾶξιν.

Ἄρθρον 70. – Αὐτό ὁμιλεῖ περί εἰρήνης μέ τά πολεμοῦντα ἔθνη.

Ἄρθρον 71. – Οἱ ἄνδρες ὁπού συνθέτουν τό Διοικητήριον τοῦτο, ἄν τύχῃ νά παραβῶσι τίποτες, ἐγκαλοῦνται παρά τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος.

Ἄρθρον 72. – Τό Διοικητήριον τοῦτο ἔχει ν’ ἀποκριθῇ διά τήν ἀνενεργησίαν καί ἀπραξίαν τῶν νόμων, τῶν ψηφισμάτων καί τῶν καταχρήσεων, ὁπού δέν ἤθελεν εἰδοποιήσει.

Ἄρθρον 73. – Τό Διοικητήριον τοῦτο ἐβγάνει τούς πράκτορας καί βάνει ἄλλους, ὅταν ἀνανεοῦται καί αὐτό.

Ἄρθρον. 74. – Τό Διοικητήριον τοῦτο ἔχει χρέος νά ἐγκαλέσῃ καί νά δώσῃ εἴδησιν  εἰς τούς κριτάς διά τά σφάλματα τῶν πρακτόρων, ἄν ἔκαμαν.

Σχέσεις τοῦ Ἐκτελεστικοῦ Διοικητηρίου μέ τό Νομοδοτικόν Σῶμα

Ἄρθρον 75. – Τό Ἐκτελεστικόν Διοικητήριον κάθεται κοντά εἰς τό Νομοδοτικόν Σῶμα, ἔχει τήν εἴσοδον καί ἕνα μέρος χωριστόν, διά νά συνεδριάσει.

Ἄρθρον 76. – Τό Ἐκτελεστικόν Διοικητήριον, ὅταν ἔχῃ νά δώσῃ κανένα λογαριασμόν ἤ καμμίαν εἴδησιν εἰς τό Νομοδοτικόν Σῶμα, εἰσακούεται πάντα, χωρίς ἐξαίρεσιν καιροῦ.

Ἄρθρον 77. – Τό Νομοδοτικόν Σῶμα προσκαλεῖ τοῦτο τό Διοικητήριον εἰς τήν συνένωσίν του, ὅλον ἤ ἕνα μέρος του, ὅταν ἤθελεν κρίνει εὔλογον.

Περί τῶν Διοικητικῶν καί Πολιταρχικῶν Σωμάτων

Ἄρθρον 78. – Εἶναι εἰς κάθε Πλάσαν (Πλάσα λέγεται δέκα, δώδεκα ἤ δεκαπέντε χωρία μαζί) τῆς Δημοκρατίας, μία διοίκησις πολιταρχική.

– Εἰς κάθε τοπαρχίαν, μία διοίκησις μεσάζουσα· ἤγουν εἰς αὐτήν ἀναφέρονται αἱ περί αὐτήν πολιταρχικαί διοικήσεις.

– Εἰς κάθε ἐπαρχίαν, μία διοίκησις κεντρική· ἤγουν εἰς αὐτήν ἀναφέρονται αἱ περί αὐτήν τοπαρχικαί διοικήσεις.

Ἄρθρον 79. – Οἱ ἀξιωματικοί τῶν πολιταρχιῶν ἐκλέγονται ἀπό τάς συναθροίσεις τῶν Πλασῶν.

Ἄρθρον 80. – Οἱ διοικηταί ὀνοματίζονται ἀπό τάς ἐκλεκτικάς συνελεύσεις τῶν τοπαρχιῶν καί ἐπαρχιῶν.

Ἄρθρον 81. – Τό ἥμισυ τῶν διοικητῶν καί τῶν πολιταρχῶν ἀνανεώνεται κάθε χρόνον.

Ἄρθρον 82. – Οἱ διοικηταί καί οἱ πολιτάρχαι δέν ἔχουσι κανένα χαρακτῆρα παραστήσεως. Ἤγουν δέν ἀνακατώνονται εἰς τάς συναθροίσεις τοῦ λαοῦ, ἐν ὅσῳ εἶναι εἰς ἔργον.

– Δέν ἠμποροῦν κατ’ οὐδένα τρόπον νά μεταλλάξωσιν (οἱ διοικηταί καί οἱ πολιτάρχαι) τάς πράξεις καί προσταγάς τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος, μήτε ν’ ἀργοπορήσουν τήν ἐκτέλεσίν των.

Ἄρθρον 83. – Τό Νομοδοτικόν Σῶμα ἀποφασίζει ἐγγράφως τό ἔργον τῶν πολιταρχῶν καί τῶν διοικητῶν, τούς κανόνας τῆς ὑποταγῆς των, καί τάς παιδείας ὁπού ἤθελε λάβουν, ἄν πταίσουν.

Ἄρθρον 84. – Τά συνέδρια τῶν πολιταρχῶν καί διοικητῶν εἶναι δημόσια καί φανερά.

Περί τῆς Πολιτικῆς Δικαιοσύνης

Ἄρθρον 85. – Ὁ κώδικας τῶν πολιτικῶν καί ἐγκληματικῶν νόμων εἶναι ὁ αὐτός εἰς ὅλην τήν Δημοκρατίαν, καί δέν εἶναι μεγάλος καί μικρός ἐνώπιον τοῦ Νόμου. Ὅλοι ἐξ ἴσου παιδεύονται, ὅταν σφάλλουν, καί ἀνταμείβονται, ὅταν πράττουν κανένα ἔνδοξον ὑπέρ Πατρίδος ἔργον.

Ἄρθρον 86. – Κανένας δέν ἠμπορεῖ νά ἐνοχλήσῃ ἐκείνους τούς πολίτας, οἵτινες, ἔχοντες διαφοράς κρισολογίας ἀναμεταξύ των, ἔκραξαν αἱρετικούς κριτάς, εἰς τῶν ὁποίων τήν ἀπόφασιν ἔστερξαν.

Ἄρθρον 87. – Ἡ ἀπόφασις ἐκείνων τῶν αἱρετῶν κριτῶν εἶναι τελειωμένη καί ἔχει κῦρος· ἐκτός ἄν καί τά δύο κρισολογούμενα μέρη θέλουν νά κριθοῦν ἀπό ἀνώτερον κριτήριον.

Ἄρθρον 88. – Εἰς κάθε χωρίον νά εἶναι διαλεγμένοι ἀπό τούς χωριανούς δύο κριταί τῆς εἰρήνης, ἤ συμβιβαστικοί, οἵτινες νά κρίνουν κατά τόν Νόμον τάς διαφοράς τῶν ἐγκατοίκων καί νά τάς ἐκθέτουν ἐγγράφως.

Ἄρθρον 89. – Αὐτοί οἱ κριταί συμβιβάζουν καί κρίνουν τά κρισολογήματα χωρίς πληρωμήν.

Ἄρθρον 90. – Ὁ ἀριθμός των καί τά προσήκοντά των εἶναι προσδιωρισμένα ἀπό τό Νομοδοτικόν Σῶμα, ἤγουν πόσοι νά εἶναι καί τί τούς χρειάζονται διά νά κρίνουν.

Ἄρθρον 91. – Εἶναι αἱρετοί κριταί δημόσιοι, ἐκλεγμένοι ἀπό τάς ἐκλεκτικάς συναθροίσεις· ἤγουν αὐταί αἱ συναθροίσεις διορίζουν ποῖος καί ποῖος νά γίνεται αἱρετός κριτής.

Ἄρθρον 92. – Ὁ ἀριθμός τῶν αἱρετῶν τούτων κριτῶν καί ἕως ποῦ νά ἐξαπλώνεται ἡ δύναμίς των, εἶναι προσδιωρισμένα ἀπό τό Νομοδοτικόν Σῶμα.

Ἄρθρον 93. – Αὐτοί γνωρίζουν, ἤγουν δέχονται καί ἐξερευνοῦν τάς ἀντιστάσεις, ὁπού δέν ἐτελειώθησαν σωστά ἀπό τούς κατά μέρος αἱρετούς κριτάς, ἤ ἀπό τούς κριτάς τῆς εἰρήνης.

Ἄρθρον 94. – Αὐτοί βουλεύονται καί συντυχαίνουν δημοσίως. Λέγουν τήν γνώμην τους μεγαλοφώνως. Τελειώνουν σωστά τήν κρίσιν μέ ἐμπόδισιν μόνον λόγου, ἤ μέ ἕν ἁπλοῦν ἔγγραφον, χωρίς πολλά κρισολογήματα καί χωρίς πληρωμήν. Λέγουν τάς αἰτίας τῆς ἀποφάσεώς των.

Ἄρθρον 95. – Οἱ κριταί τῆς εἰρήνης καί οἱ αἱρετοί δημόσιοι κριταί ἐκλέγονται κάθε χρόνον.

Περί τῆς Ἐγκληματικῆς Δικαιοσύνης

Ἄρθρον 96. – Διά ἐγκληματικήν αἰτίαν κανένας πολίτης δέν ἔχει νά κριθῇ ἀλλέως, παρά ἐπάνω εἰς ἐγκάλεσιν δεκτήν ἀπό τούς ὡρκισμένους (αὐτοί εἶναι ἀπροσωπόληπτοι, ἀδιάφοροι καί δίκαιοι ἄνθρωποι) καί θεσπισμένην ἀπό τό Νομοδοτικόν Σῶμα.

– Ἐκεῖνοι ὁπού ἐγκαλεσθοῦν, ἐκλέγουν κριτάς ἐκείνους ὁπού πρός καιρόν ἐκλέξουν, ἄς μήν ἦτον καί κριταί.

– Τά ὅσα λέγουν πρός διαφέντευσίν των, εἶναι δημόσια καί φανερά.

– Τό ἔργον καί ὁ σκοπός τοῦ ἐγκλήματός των φανερώνονται δι’ ἑνός ὡρκισμένου καί ἀφιλοπροσώπου κριτοῦ.

– Ἡ παιδεία τοῦ πταίσματος γίνεται ἀπό ἄλλο Κριτήριον, ὁπού νά εἶναι

ἐγκληματικόν, καί ὄχι νά εἶναι ὁ ἴδιος καί κριτής καί παιδευτής.

Ἄρθρον 97. – Οἱ ἐγκληματικοί κριταί ἐκλέγονται κάθε χρόνον ἀπό τάς ἐκλεκτικάς συναθροίσεις.

Περί τοῦ Καθαιρετικοῦ Κριτηρίου

Ἄρθρον 98. – Δι’ ὅλην τήν Δημοκρατίαν εἶναι ἕνα Καθαιρετικόν Κριτήριον.

Ἄρθρον 99. – Αὐτό τό Κριτήριον δέν ἔχει χρέος νά γνωρίζῃ παντελῶς τό βάθος τῶν ὑποθέσεων.

-Ἀποφασίζει, ὅταν παραβιάζωνται αἱ νομοθετημέναι συνήθειαι καί ὅταν παραβαίνωνται οἱ Νόμοι.

Ἄρθρον 100. – Τα μέλη τοῦ Κριτηρίου τούτου ὀνοματίζονται κάθε χρόνον ἀπό τάς ἐκλεκτικάς συναθροίσεις καί εἶναι τόν ἀριθμόν εἰκοσιτέσσαρα.

-Ἔργον τοῦ Κριτηρίου τούτου εἶναι νά ἐκφωνήσῃ τήν ἀλλαγήν τῶν μελῶν τοῦ Ἐκτελεστικοῦ Διοικητηρίου καί τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος μετά τόν χρόνον.

Περί Δημοσίων Δοσιμάτων

Ἄρθρον 101. – Κανένας πολίτης δέν ἑξαιρεῖται ἀπό τήν τιμίαν ὑποχρέωσιν τοῦ νά συνεισφέρῃ κατά τήν  δύναμιν καί τά πλούτη του τά εἰς δημοσίας ἀνάγκας δοσίματα.

Περί Δημοσίου Θησαυροῦ

Ἄρθρον 102. – Τό θησαυροφυλάκιον τοῦ Ἔθνους εἶναι τό μεσαίτατον κέντρον τῶν εἰσοδημάτων καί τῶν ἐξόδων τῆς Δημοκρατίας.

Ἄρθρον 103. – Αὐτό διοικεῖται ἀπό ἐπιτρόπους, οἵτινες ἔχουν νά δώσουν λογαριασμόν, ὠνοματισμένους ἀπό τό Ἐκτελεστικόν Διοικητήριον.

Ἄρθρον 104. – Αὐτούς τούς ἐπιτρόπους τούς παρατηροῦν ἔφοροι ὠνοματισμένοι ἀπό τό Νομοδοτικόν Σῶμα καί παρμένοι ἀπ’ ἀναμεταξύ του, οἵτινες ἔχουν ν’ ἀποκριθοῦν διά τάς καταχρήσεις, ὁπού δέν ἤθελε δώσουν εἴδησιν.

Περί τῆς λήψεως τῶν λογιαριασμῶν

Ἄρθρον 105. – Οἱ λογαριασμοί τῶν ἐπιτρόπων τοῦ ἐθνικοῦ θησαυροφυλακίου καί τῶν διοικητῶν τῶν  δημοσίων χρημάτων δίδονται κάθε χρόνον εἰς τούς ἐφόρους ὁπού ἔχουν ν’ ἀνταποκριθοῦν περί αὐτῶν, οἵτινες ὀνοματίζονται ἀπό τό Ἐκτελεστικόν Διοικητήριον.

Ἄρθρον 106. – Αὐτοί οἱ ἐπικυρωταί παρατηροῦνται ἀπό ἐφόρους ὠνοματισμένους ἐκ τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος καί ἐβγαλμένους ἐκ τοῦ κόλπου του (ἤγουν ἀπ’ αὐτό τό ἴδιον Σῶμα), οἵτινες ἔχουν ν’ ἀνταποκριθοῦν διά τάς καταχρήσεις καί τά λάθη, ὁπού δέν φανερώσουν. Τό Νομοδοτικόν Σῶμα ἀποφασίζει τούς λογαριασμούς καί τούς ὑπογράφει.

Περί τῶν Δυνάμεων τῆς Δημοκρατίας

Ἄρθρον 107. – Ἡ γενική δύναμις τῆς Δημοκρατίας συνίσταται εἰς ὁλόκληρον τό ἔθνος.

Ἄρθρον 108. – Ἡ Δημοκρατία βαστᾷ μέ τά ἔξοδά της ἐν καιρῷ πολέμου καί εἰρήνης μία ἀρματωμένην δύναμιν εἰς τήν γῆν καί εἰς τήν θάλασσαν.

Ἄρθρον 109. – Ὅλοι οἱ Ἕλληνες εἶναι στρατιῶται· ὅλοι πρέπει νά γυμνάζωνται εἰς τά ἄρματα καί νά ρίχνουν εἰς τό σημάδι· ὅλοι πρέπει νά μανθάνουν τήν τακτικήν· ὡς καί αἱ Ἑλληνίδες βαστοῦν μιζδράκια εἰς τό χέρι, ἄν δέν εἶναι ἐπιτήδειαι εἰς τό τουφέκι.

Ἄρθρον 110. – Δέν πρέπει νά εἶναι κανένας πρωτοστάτωρ, ἤγουν νά ἔχῃ ὄλας τάς δυνάμεις τῆς Δημοκρατίας, γῆς καί θαλάσσης, εἰς τό χέρι του.

Ἄρθρον 111. – Ἡ διαφορά τῶν πολεμικῶν βαθμῶν (ἤγουν χιλίαρχος, στρατηγός), ὁπού ἔχουν οἱ ἀξιωματικοί, τά χωριστά σημεῖα των καί ἡ ὑποταγή τῶν ἁπλῶν στρατιωτῶν εἶναι μόνον, ἐν ὅσῳ διαρκεῖ ἡ δούλεσις τοῦ πολέμου· καθώς τελειώςῃ ὅμως, εἶναι ὅλοι ἴσοι καί ἀδελφοί.

Ἄρθρον 112. – Ἡ δημόσιος δύναμις, ὁπού εἶναι διωρισμένη νά βαστᾷ τήν εἰρήνην καί τήν εὐταξίαν μέσα εἰς τήν Δημοκρατίαν, ἐνεργεῖ μόνον κατά τήν ἔγγραφον ζήτησιν τῶν νομίμως θεσπισμένων διοικητῶν.

Ἄρθρον 113. – Ἡ δημόσιος δύναμις ὁπού εἶναι διωρισμένη ἐναντίον τῶν ἔξω ἐχθρῶν της Πατρίδος, ἐνεργεῖ κατά τάς προσταγάς τοῦ Ἐκτελεστικοῦ Διοικητηρίου.

Ἄρθρον 114. – Κανένα σῶμα ἀρματωμένων ἀνθρώπων δέν ἔχει τήν ἄδειαν νά βουλεύεται, μήτε νά προστάζῃ, ἀλλά μόνον νά ἐκτελῇ τά προσταττόμενα δι’ ἐγγράφου προσταγῆς τῶν διοικητῶν.

Περί τῶν Ἐθνικῶν Συνελεύσεων

Ἄρθρον 115. – Ἄν εἰς μίαν περισσότερον ἀπό τάς μισάς ἐπαρχίας τῆς Δημοκρατίας, τό δέκατον μέρος τῶν πρώτων συναθροίσεων ἑκάστης αὐτῶν, γινομένων παρά τούς ρηθέντας κανόνας (11, 12, 13), ζητοῦν νά ξαναθεωρήσουν τήν πρᾶξιν τῆς νομοθετικῆς διοικήσεως, ἤ τήν ἀλλαγήν μερικῶν ἀπό τά ἄρθρα της, τότε τό Νομοδοτικόν Σῶμα ἔχει χρέος νά συγκροτήσῃ τάς πρώτας συναθροίσεις καί ὅλων τῶν ἄλλων ἐπαρχιῶν τῆς Δημοκρατίας, διά νά πληροφορηθῇ, ἄν πρέπει νά συγκροτηθῇ μία γενική Ἐθνική Συνέλευσις.

Ἄρθρον 116. – Ἡ Ἐθνική Συνέλευσις γίνεται κατά τόν αὐτόν τρόπον, ὁπού καί αἱ νομοδοτικαί· ἤγουν στέλλεται εἷς πληρεξούσιος ἀπό κάθε ἐπαρχίαν καί ἑνώνει μέ ἐκείνας τήν πληρεξουσιότητά της.

Ἄρθρον 117. – Αὕτη ἡ ἔξω τῆς συνήθειας Ἐθνική Συνέλευσις καταγίνεται καί κάμνει τήν πράξιν τῆς νομοθετικῆς διοικήσεως μόνον ἐπάνω εἰς ἐκεῖνα τά αἴτια, ὁπού ἐπροξένησαν τήν συνάθροισίν της καί δέν ἀνακατώνεται εἰς ἄλλο τίποτες· ἤγουν ἐστάλθη διά νά θεωρήσῃ μόνον μίαν ὑπόθεσιν, εἰς ἐκείνην καταγίνεται καί ὄχι περαιτέρω.

Περί τῆς σχέσεως τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας μέ τά ξένα ἔθνη

Ἄρθρον 118. – Ὁ Ἑλληνικός Λαός εἶναι φίλος καί φυσικός σύμμαχος μέ τά ἐλεύθερα ἔθνη.

Ἄρθρον 119. – Οἱ Ἕλληνες δέν ἀνακατώνονται εἰς τήν διοίκησιν τῶν ἄλλων ἐθνῶν· ἀλλ’ οὔτε εἶναι εἰς αὐτούς δυνατόν νά ἀνακατωθοῦν ἄλλα εἰς τήν ἐδικήν των. Τιμοῦν τούς Πρέσβεις καί Κονσόλους τῶν εἰς τοῦτο τό βασίλειον εὑρισκομένων ἐθνῶν, τοῖς βεβαιοῦσι μίαν ἄφοβον διατριβήν, σέβονται τούς πραγματευτάς των καί δέν πειράζουν τά ἐμπορικά πλοῖα των, ὅταν δέν ἔχουν πρᾶγμα τοῦ ἐχθροῦ.

Ἄρθρον 120. – Δέχονται ὅλους τούς ἀδικημένους ξένους καί ὅλους τούς ἐξωρισμένους ἀπό τήν πατρίδα των δι’ αἰτίαν τῆς Ἐλευθερίας. Ἀπαρνοῦνται καί δέν δίδουν ὑποδοχήν καί περιποίησιν εἰς τούς Τυράννους.

Ἄρθρον 121. – Δέν κάνουν ποτέ εἰρήνην μέ ἕνα ἐχθρόν, ὁπού κατακρατεῖ τόν ἑλληνικόν τόπον.

 

Περί ἐγγυήσεως καί βεβαιότητος τῶν Δικαίων τούτων

 

Ἄρθρον 122. – Ἡ Νομοθετική Διοίκησις βεβαιοῖ εἰς ὅλους τούς Ἕλληνας, Τούρκους, Ἀρμένηδες, τήν ἰσοτιμίαν, τήν ἐλευθερίαν, τήν σιγουρότητα, τήν ἐξουσίαν τῶν ὑποστατικῶν ἑκάστου, τά δημόσια χρέη ὁπού ἤθελε γένουν διά τήν Ἐλευθερίαν, τήν ἐλευθερίαν ὅλων τῶν θρησκειῶν, μίαν κοινήν ἀνατροφήν, δημοσίους συνδρομάς ἐκεῖ ὁπού ἀνήκουν, τήν ἀπεριόριστον ἐλευθερίαν τῆς τυπογραφίας, τό δίκαιον τοῦ νά δίδῃ ἕκαστος ἀναφοράν καί νά προσκλαυθῇ, τό δίκαιον τοῦ συναθροίζεσθαι εἰς δημοσίους συντροφίας, καί, τελευταῖον, τήν ἀπόλαυσιν ὅλων τῶν Δικαίων τοῦ Ἀνθρώπου.

Ἄρθρον 123. – Ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία τιμᾷ τήν πραότητα, τήν ἀνδρείαν, τό γηρατεῖον, τήν υἱικήν φιλοστοργίαν, τήν δυστυχίαν· αὐτή βάνει τήν παρακαταθήκην τῆς νομοθετικῆς αὐτῆς διοικήσεως ὑπό τήν ἄγρυπνον φύλαξιν ὅλων τῶν ἐναρέτων φιλελευθέρων ἀνδρῶν, ὁπού διά νά μήν ὑποκύψουν εἰς τόν ζυγόν τῆς Τυραννίας, ἐνηγκαλίσθησαν τήν στρατιωτικήν ζωήν, καί ἀρματωμένοι ὤμοσαν αἰώνιον πόλεμον κατά τῶν Τυράννων.

Ἄρθρον 124. – Ἡ Κήρυξις τῶν Δικαίων τοῦ Ἀνθρώπου καί ἡ Νομοθετική αὐτή Πρᾶξις νά χαραχθῇ ἐπάνω εἰς χαλκίνας πλάκας καί νά στέκεται εἰς τόν τόπον τῆς συναθροίσεως τοῦ Νομοδοτικοῦ Σώματος, νά γένουν τοιαῦτα ἀντίτυπα καί νά στηθοῦν εἰς ὅλας τάς πόλεις, χώρας καί χωρία τῆς Δημοκρατίας, εἰς τά μεσοχώρια, ὁπού κάθε ὥραν νά βλέπῃ κάθε πολίτης, εἰς τί συνίσταται ὁ θησαυρός τῆς φιλτάτης Ἐλευθερίας του.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

 

[1.] – Ἡ σημαία ὁπού βάνεται εἰς τά μπαϊράκια καί παντιέρες τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας, εἶναι ἕν ρόπαλον τοῦ Ἡρακλέους μέ τρεῖς σταυρούς ἐπάνω, τά δέ μπαϊράκια  καί παντιέρες εἶναι τρίχροα, ἀπό μαῦρον, ἄσπρον καί κόκκινον· τό κόκκινον ἐπάνω, τό ἄσπρον εἰς τήν μέσην καί τό μαῦρο κάτω.

– Τό κόκκινον σημαίνει τήν αὐτοκρατορικήν προρφύραν καί αὐτεξουσιότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ· τό ἐμεταχειρίζοντο οἱ προπάτορές μας ὡς ἔνδυμα πολέμου, θέλοντες νά μήν φαίνωνται αἱ πληγαί, ὁπού ἔτρεχον αἷμα, διά νά μή δειλιῶσιν οἱ στρατιῶται.

– Τό ἄσπρον σημαίνει τήν ἀθωότητα τῆς δικαίας ἡμῶν ἀφορμῆς

κατά τῆς Τυραννίας.

– Τό μαῦρον σημαίνει τόν ὑπέρ τῆς Πατρίδος καί Ἐλευθερίας ἡμῶν θάνατον.

[2.] – Ὅλοι οἱ Ἕλληνες στρατιῶται φοροῦν εἰς τό κεφάλι περικεφαλαίαν.

[3.] – Ὅλοι οἱ Ἕλληνες στρατιῶται ἔχουν μίαν μπαγιονέταν, τήν ὁποίαν φοροῦν εἰς τήν μέσην των ὡσάν χαντζιάρι, καί ἐν καιρῷ ἀνάγκης ἤ παρατάξεως τήν περνοῦν εἰς τό τουφέκι των.

[4.] – Τό φόρεμα τῶν Ἑλλήνων στρατιωτῶν εἶναι τό ἡρωϊκόν: μαῦρον ἀντερί, ἄσπρον ὑποκάμισον καί κόκκινα χολέβια ἤ κάλτζες.

[5.] – Κάθε Ἕλλην καί Ἑλληνίς, ὁμοίως καί κάθε κάτοικος τῆς Δημοκρατίας ταύτης, πρέπει νά φορῇ εἰς τήν περικεφαλαίαν του ἤ εἰς τήν σκούφιαν του ἕν παρόμοιον ρόπαλον, καθώς εἶναι εἰς τήν ἀρχήν, γραμμένον ἤ κεντημένον εἰς ἄσπρον πανί, ἤ ἄς εἶναι καί ἀπό πάφιλον. Τοῦτο εἶναι τό σημεῖον τοῦ νά γνωρίζωνται οἱ ἐλεύθεροι δημοκράται καί ἰσότιμοι ἀδελφοί.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ       ΙΣΟΤΗΣ

ΘΟΥΡΙΟΣ

Ἤτοι ὁρμητικός Πατριωτικός Ὕμνος πρῶτος, εἰς τόν ἦχον

΄΄Μία προσταγή μεγάλη΄΄

Ὥς πότε, παλληκάρια, νά ζοῦμεν στά στενά,

μονάχοι, σάν λιοντάρια, στές ράχες, στά βουνά;

σπηλιές νά κατοικοῦμεν, νά βλέπωμεν κλαδιά,

νά φεύγωμ’ ἀπ’ τόν κόσμον, γιά τήν πικρή σκλαβιά;

νά χάνωμεν ἀδέλφια, Πατρίδα καί γονεῖς,

τούς φίλους, τά παιδιά μας κι ὅλους τους συγγενεῖς;

Καλλιό  ’ναι μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωή,

παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά καί φυλακή!

Τί σ’ ὠφελεῖ ἄν ζήσῃς καί εἶσαι στή σκλαβιά;

στοχάσου πῶς σέ ψένουν καθ’ ὥραν στή φωτιά.

Βεζύρης, Δραγουμάνος, Ἀφέντης κι ἄν σταθῇς,

ὁ Τύραννος ἀδίκως σέ κάμει νά χαθῇς·

δουλεύεις ὅλ’ ἡμέρα σέ ὅ,τι κι ἄν σοί πῇ,

κι αὐτός πασχίζει πάλιν τό αἷμα σου νά πιῇ.

Ὁ Σοῦτζος κι ὁ Μουρούζης, Πετράκης. Σκαναβής,

Γκίκας καί Μαυρογένης, καθρέπτης εἶν’ νά ἰδῇς.

Ἀνδρεῖοι καπετάνοι, παπάδες, λαϊκοί,

σκοτώθηκαν, κι ἀγάδες, μέ ἄδικον σπαθί·

κι ἀμέτρητ’ ἄλλοι τόσοι, καί Τοῦρκοι καί Ρωμιοί,

ζωήν καί πλοῦτον χάνουν, χωρίς καμμιά  ’φορμή.

 

Ἐλᾶτε μ’ ἕναν ζῆλον σέ τοῦτον τόν καιρόν,

νά κάμωμεν τόν ὅρκον ἐπάνω στόν Σταυρόν·

συμβούλους προκομμένους, μέ πατριωτισμόν,

νά βάλωμεν, εἰς ὅλα νά δίδουν ὁρισμόν·

οἱ Νόμοι νἆν’ ὁ πρῶτος καί μόνος ὁδηγός,

καί τῆς Πατρίδος ἕνας νά γένῃ ἀρχηγός·

γιατί κ’ ἡ ἀναρχία ὁμοιάζει τήν σκλαβιά·

νά ζοῦμε σά θηρία, εἶν’ πλιό σκληρή φωτιά.

Καί τότε, μέ τά χέρια ψηλά στόν οὐρανόν,

ἄς ποῦμ’ ἀπ’ τήν καρδιά μας ἐτοῦτα στόν Θεόν:

 

Ἐδῶ σηκώνονται οἱ Πατριῶται ὀρθοί καί ὑψώνοντες τάς χεῖρας

πρός τόν οὐρανόν, κάμνουν τόν Ὅρκον:

 

«Ὧ Βασιλεῦ τοῦ Κόσμου, ὁρκίζομαι σέ Σέ,

στήν γνώμην τῶν Τυράννων νά μήν ἐλθῶ ποτέ!

Μήτε νά τούς δουλεύσω, μήτε νά πλανηθῶ

εἰς τά ταξίματά τους, γιά νά παραδοθῶ.

Ἐν ὅσῳ ζῶ στόν κόσμον, ὁ μόνος μου σκοπός,

γιά νά τούς ἀφανήσω, θέ νά ’ναι σταθερός.

Πιστός εἰς τήν Πατρίδα, συντρίβω τόν ζυγόν,

ἀχώριστος γιά νά ’μαι ὑπό τόν στρατηγόν.

Κι ἄν παραβῶ τόν ὅρκον, ν’ ἀστράψ’ ὁ Οὐρανός

καί νά μέ κατακάψῃ νά γένω σάν καπνός!».

 

Σ’ Ἀνατολή καί Δύσι καί Νότον καί Βοριά

γιά τήν Πατρίδα ὅλοι νά ’χωμεν μιά καρδιά·

στήν πίστιν του καθένας ἐλεύθερος νά ζῇ,

στήν δόξαν τοῦ πολέμου νά τρέξωμεν μαζί.

Βουλγάροι κι Ἀρβανῖτες, Ἀρμένοι καί Ρωμιοί,

ἀράπηδες καί ἄσπροι, μέ μία κοινή ὁρμή,

γιά τήν Ἐλευθερίαν νά ζώσωμεν σπαθί,

πώς εἴμασθ’ ἀντρειωμένοι παντοῦ νά ξακουσθῇ.

Ὅσ’ ἀπ’ τήν Τυραννίαν πῆγαν στήν ξενιτειά,

στόν τόπον του καθένας ἄς ἔλθῃ τώρα πιά·

καί ὅσοι τοῦ πολέμου τήν τέχνην ἀγροικοῦν,

ἐδῶ ἄς τρέξουν ὅλοι, Τυράννους νά νικοῦν·

ἡ Ρούμελη τούς κράζει μ’ ἀγκάλες ἀνοιχτές,

τούς δίδει βιό καί τόπον, ἀξίες καί τιμές.

Ὥς πότ’ ὀφφικιάλος σέ ξένους βασιλεῖς;

Ἔλα νά γένῃς στύλος δικῆς σου τῆς φυλῆς.

Κάλλιο γιά τήν πατρίδα κανένας νά χαθῇ,

ἤ νά κρεμάςῃ φούντα γιά ξένον στό σπαθί.

Καί ὅσοι προσκυνήσουν, δέν εἶναι πλιό ἐχθροί·

ἀδέλφια μας θά γένουν, ἄς εἶναι κ’ ἐθνικοί.

Μά ὅσοι θά τολμήσουν ἀντίκρυ νά σταθοῦν,

ἐκεῖνοι καί δικοί μας ἄν εἶναι, ἄς χαθοῦν.

 

Σουλιῶτες καί Μανιάτες, λιοντάρια ξακουστά,

ὥς πότε στές σπηλιές σας κοιμᾶσθε σφαλιστά;

Μαυροβουνιού καπλάνια, Ὀλύμπου σταυραετοί

κι Ἀγράφων τά ξεφτέρια, γενῆτε μιά ψυχή.

Ἀνδρεῖοι Μακεδόνες, ὁρμήσετε γιά μιά

καί αἷμα τῶν Τυράννων ρουφῆστε σᾶ θεριά.

Τοῦ Σάβα καί Δουνάβου ἀδέλφια χριστιανοί,

μέ τ’ ἄρματα στό χέρι καθένας ἄς φανῇ·

τό αἷμα σας ἄς βράσῃ μέ δίκαιον θυμόν·

μικροί, μεγάλ’ ὀμῶστε Τυράννου τόν χαμόν.

Λεβέντες ἀντρειωμένοι Μαυροθαλασσινοί,

ὁ βάρβαρος ὥς πότε θέ νά σᾶς τυραννῇ;

Μή καρτερῆτε πλέον, ἀνίκητοι Λαζοί,

χωθῆτε στό μπογάζι μ’ ἐμᾶς καί σεῖς μαζί.

Δελφίνια τῆς θαλάσσης, ἀζδέρια τῶν νησιῶν,

σάν ἀστραπή χυθῆτε, κτυπᾶτε τόν ἐχθρόν.

Τῆς Κρήτης καί τῆς Νύδρας, θαλασσινά πουλιά,

καιρός εἶν’ τῆς Πατρίδος ν’ ἀκοῦστε τή λαλιά.

Κι ὅσ’ εἶστε στήν ἁρμάδα, σάν ἄξια παιδιά,

οἱ Νόμοι σᾶς προστάζουν νά βάλετε φωτιά.

Μ’ ἐμᾶς κ’ ἐσεῖς Μαλτέζοι, γενῆτ’ ἕνα κορμί·

κατά τῆς Τυραννίας ριχθῆτε μέ ὁρμή.

Σᾶς κράζει ἡ Ἑλλάδα σᾶς θέλει, σᾶς πονεῖ,

ζητᾷ τήν συνδρομήν σας μέ μητρικήν φωνή.

 

Τί στέκεις Πασβαντζόγλου, τόσον ἐκστατικός;

Τινάξου στό Μπαλκάνι, φώλιασε σάν ἀϊτός·

τούς μπούφους καί κοράκους καθόλου μή ψηφᾷς·

μέ τόν ραγιά ἑνώσου, ἄν θέλῃς νά νικᾶς.

Σιλίστρα καί Μπραΐλα, Σμαήλι καί Κιλί,

Μπενδέρι καί Χοτίνι ἐσένα προσκαλεῖ·

στρατεύματά σου στεῖλε κ’ ἐκεῖνα προσκυνοῦν,

γιατί στήν Τυραννίαν νά ζήσουν δέν μποροῦν.

Γκιουρτζή, πλιά μή κοιμᾶσαι, σηκώσου μέ ὁρμήν·

τόν Μπρούσια νά μοιάσῃς ἔχεις τήν ἀφορμήν.

Καί σύ, πού στό Χαλέπι ἐλεύθερα φρονεῖς,

πασιά, καιρόν μή χάνῃς, στόν κάμπον νά φανῇς·

μέ τά στρατεύματά σου εὐθύς νά σηκωθῇς,

στῆς Πόλης τά φερμάνια ποτέ νά μή δοθῇς.

Τοῦ Μισιριοῦ ἀσλάνια, γιά πρώτη σας δουλειά,

δικόν σας ἕνα μπέη κάμετε βασιλιά·

χαράτζι τῆς Αἰγύπτου στήν Πόλ’ ἄς μή φανῇ,

γιά νά ψοφήσ’ ὁ λύκος, ὁπού σᾶς τυραννεῖ.

 

Μέ μιά καρδίαν ὅλοι, μιά γνώμην, μιά ψυχή,

κτυπᾶτε τοῦ Τυράννου τήν ρίζαν, νά χαθῇ!

Ν’ ἀνάψωμεν μιά φλόγα σέ ὅλην τήν Τουρκιά,

νά τρέξ’ ἀπό τήν Μπόσνα καί ὥς τήν Ἀραπιά!

Ψηλά στά μπαϊράκια σηκῶστε τόν Σταυρόν

καί σάν ἀστροπελέκια κτυπᾶτε τόν ἐχθρόν!

Ποτέ μή στοχασθῆτε πώς εἶναι δυνατός·

Καρδιοκτυπᾷ καί τρέμει σάν τόν λαγό κι αὐτός.

Τριακόσιοι Γκιρτζιαλῆδες τόν ἔκαμαν νά διῇ

πῶ δέν μπορεῖ μέ τόπια, μπροστά τους νά ἐβγῇ.

 

Λοιπόν, γιατί ἀργεῖτε; τί στέκεσθε νεκροί;

Ξυπνήσατε, μήν εἶσθε ἐνάντιοι κ’ ἐχθροί.

Πῶς οἱ προπάτορές μας ὠρμοῦσαν σάν θεριά,

γιά τήν Ἐλευθερίαν πηδοῦσαν στή φωτιά,

ἔτζι κ’ ἠμεῖς, ἀδέλφια, ν’ ἁρπάξωμεν γιά μιά

τ’ ἄρματα, καί νά βγοῦμεν ἀπ’ τήν πικρή σκλαβιά!

Νά σφάξωμεν τούς λύκους, πού τόν ζυγόν  βαστοῦν

καί Χριστιανούς καί Τούρκους σκληρά τούς τυραννοῦν·

στεριᾶς καί τοῦ πελάγου νά λάμψῃ ὁ Σταυρός,

κ’ εἰς τήν δικαιοσύνην νά σκύψῃ ὁ ἐχθρός·

ὁ κόσμος νά γλυτώσῃ ἀπ’ αὔτην τήν πληγή

κ’ ἐλεύθεροι νά ζῶμεν, ἀδέλφια, εἰς τήν Γῆ!

ΥΜΝΟΣ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟΣ

τῆς Ἑλλάδος καί ὅλης τῆς Γραικίας πρός ξαναπόκτησιν

τῆς αὑτῶν Ἐλευθερίας.

1

Ὅλα τά ἔθνη πολεμοῦν

καί στούς Τυράννους τους  ὁρμοῦν,

ἐκδίκησιν γυρεύουν

καί τούς ἐξολοθρεύουν.

Καί τρέχουν γιά τήν δόξαν

μέ χαρά στή φωτιά!

2

Κ’ ἐκεῖνα πού ἀποκοτοῦν,

ὅ,τι κι ἄν θέλουν ἀποκτοῦν·

διέτε τήν Ἰταλίαν,

πῶς πῆρ’ ἐλευθερίαν

καί τρέχει γιά τήν δόξαν,

μέ χαρά στή φωτιά!

3

Ἔτζι κ’ ἐμεῖς, ὦ ἀδελφοί,

νά σηκωθοῦμεν μέ ὁρμή,

ἐκδίκησιν ζητοῦντες,

Τυράννους ἀπολοῦντες,

γιά τήν Ἐλευθερίαν

μέ χαρά, μπρέ παιδιά!

4

Ὡς πότ’ ἡμεῖς ὑπομονή,

καί νά μή βγάνωμεν φωνή;

Σά νά ’μαστε δεμένοι,

ζοῦμεν τυραννισμένοι

καί καταφρονεμένοι,

στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

5

Ὅλα τά ἔθνη τό θωροῦν,

καί πάλ’ εὐθύς τό ἀποροῦν,

πῶς τέτοια παλληκάρια,

πού ՚ναι σάν τά λιοντάρια,

νά ζοῦν στήν τυραννίαν·

στή φωτιά, μπρέ παιδιά.

6

Λοιπόν, τινάξετε γιά μιά,

τήν τυραννίαν καί σκλαβιά!

Παράδειγμα μᾶς εἶναι,

τῶν προπατόρων μνῆμαι,

καθώς ἐκεῖνοι ζοῦσαν·

στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

7

Ἄν περπατῇς μέσ’ στά βουνά,

κ’ ἔχῃς συντρόφους τά κλαδιά,

κανείς δέν σέ στιμάρει,

πώς νά ՚σαι παλληκάρι.

Ἀλλ’ ἔβγα καί πολέμει,

μέ χαρά στή φωτιά!

8

Τώρα καιρός εἶναι καλός,

γιά νά φανῇ ὁ δυνατός,

Τυράννους νά σκοτώσῃ

καί χριστιανούς νά σώσῃ.

Λοιπόν, ἄς κινηθῶμεν

μέ χαρά στήν Τουρκιά!

9

Ὡς πότε, ἄνδρες ξακουστοί,

νά εἶστε πάντα σφαλιστοί;

Σ’ ἐρήμους καί στά δάση

κανείς δέ σᾶς τρομάσσει·

ἐβγῆτε καί χυθῆτε

στήν Τουρκιά, μπρέ παιδιά!

10

Τώρα καιρός γιά νά φανῇ

ὁ κάθε εἷς ὁπού φρονεῖ

πῶς εἶναι παλληκάρι·

τούς Τούρκους ἄς τρακάρῃ,

ἄς σφάξῃ τούς Τυράννους

μέ χαρά στή φωτιά!

11

Τά παλληκάρια τά καλά

ποτέ δέν στέκουν σφαλιστά.

Ἀλλά μέ τήν ἀνδρείαν

τινάζουν Τυραννίαν

καί ζοῦν μ’ Ἐλευθερίαν

στό δουνιά, μπρέ παιδιά!

12

Ἰδού καιρός νά δοξασθῇς

ψυχήν καί σῶμα νά σωθῇς,

τ’ ἀδέλφια σου νά γλύσῃς,

Τυράννους νά τζακίσῃς.

Κ’ ἐλεύθεροι νά ζῶμεν

στό δουνιά, μπρέ παιδιά!

13

Ὅποιος λοιπόν εἶναι καλός

κι ὀρθόδοξος χριστιανός,

μέ τ’ ἄρματα στό χέρι,

ἄς δράμῃ σάν ξεφτέρι,

τό Γένος του νά σώσῃ

μέ χαρά, μπρέ παιδιά!

14

Σταυρός, ἡ πίστις καί καρδιά,

δουφέκια καί καλά σπαθιά,

γκρεμίζουν Τυραννίαν,

τιμοῦν Ἐλευθερίαν,

ὁπ’ ἔδωκεν ὁ Πλάστης

στό δουνιά, μπρέ παιδιά!

15

Αὐτούς πού βλέπετ’ ἀντικρύ,

εἶναι Κονιάρηδες χοντροί.

Κ’ ἐσεῖς, μπρέ παλληκάρια,

εἶστε σάν τά λιοντάρια.

Κτυπᾶτε τούς Τυράννους,

μέ χαρά στή φωτιά!

16

Ντουντούμικα πλατιά φοροῦν,

χωρίς πιλάφι δέν μποροῦν,

μιά ὥρα δέν προσμένουν,

χωρίς καφέ πεθαίνουν.

Λοιπόν, τί τούς φοβεῖσθε;

Στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

17

Ἡ προκοπή τους εἶν’ αὐτή,

καθώς ξυπνήσουν τό ταχύ,

«ἀνάσουνου» καί «ντέρα»

ὤ, τήν κακή τους μέρα!

Ὡς πότε τούς βαστᾶτε;

Στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

18

Ἀρβανιτιά καί ἡ Τουρκιά

χάνει καί νοῦν καί μυελά·

ὅταν θά σηκωθῆτε

κι ἀπάνω τους χυθῆτε,

τρέμουν κι ἀνατριχιάζουν.

Στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

19

Καπιτανέοι ἀδελφοί,

ἥρωες, ἄνδρες ξακουστοί,

καιρός εἶν’, πολεμεῖτε,

Τυράννους μήν ἀφῆτε·

τ’ἀδέλφια μας νά γλύσουν.

Στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

20

Νά λάμψῃ πάλιν Λευθεριά,

ὡς ἦτον τότε μιά φορά·

κ’ἐσᾶς χρυσάς κολόνας

σᾶς κάμουν εἰς αἰῶνας,

νά εἶστε διά μνήμην.

Στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

21

Ὅσ’ ἄστρα ἔχει ὁ οὐρανός

κι ὅσες φωτιές ὁ κεραυνός,

τόσες φορές ὁμοίως

ὁ Μπότζαρης ἀνδρείως

ἐνίκησε μέ δόξαν

τήν Τουρκιά, μπρέ παιδιά!

22

Μπουκουβαλέοι ξακουστοί,

ὁπού  ’ναι σάν τόν Ἡρακλῆ,

τυράννους Ὀθωμάνους

τούς ἔχουν σά γαϊδάρους·

σάν τίγρεις γιουρουδίζουν

στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

23

Ὁ Δράκος εἶναι τρομερός

κι ὁ Καραΐσκος τολμηρός.

Ὁρμοῦν εἰς τήν Τουρκίαν

χωρίς καμμιά δειλίαν,

σκοτώνουν τούς Τυράννους,

μέ χαρά στή φωτιά!

24

Χριστάκης τώρα εἶν’ καλός

καί ὁ Μπλαχάβας δυνατός.

Ἄν βγάλουν τά σπαθιά τους,

ἀλί ՚πό τήν Τουρκιά τους,

ζητοῦντες Λευθερίαν

μέ χαρά στή φωτιά!

25

Ὁ Λάζος καί ὁ Κομπολής,

Μπασδέκης καί ὁ Κωνσταντής,

Ταπάκης καί Γκιθώνας,

νά ζοῦν εἰς τούς αἰῶνας,

εἶν’ ἄνδρες ξακουσμένοι

στό δουνιά, μπρέ παιδιά!

26

Σταθάς, Στερνάρης κι ὁ Παππούς,

κι ὁ Κοντογιάννης πού ἀκοῦς,

ὡς ταῦροι αὐτοί μουγγρίζουν,

Τυράννους φοβερίζουν,

πατοῦν τήν Τυραννίαν,

μέ χαρά, μπρέ παιδιά!

27

Ὁ Βαρνακιώτης εἶν’ φρικτός

καί ὁ Μιχάλης φοβερός,

Τζιανάκας καί Νικόλας,

νά ’χουν χρυσούς αἰῶνας,

ποτέ τους δέν φοβοῦνται

τήν Τουρκιά, μπρέ παιδιά!

28

Τζαχίλας, Ψείρας, κι ὁ Κοντός,

Δημόκας κι ὁ Κατζαρός,

ὁ Μάνδαλος καί Φώτης,

Τυράννων εἶν’ διώκτης.

Αὐτοί πάντα νικοῦνε

μέ χαρά τήν Τουρκιά!

29

Νικολακέοι τρομεροί

καί ὁ Καγκιούζης πολεμεῖ·

διέτε τόν Ζαχαρία

πῶς τρώει τήν Τουρκία,

τό Γένος γιά νά σώσουν,

μέ χαρά, μπρέ παιδιά!

30

Ὁ Χρυσαντάκης κι ὁ Γιαννής,

Τσοβάρας καί ὁ Τζιαμπαλής·

διές τόν Κολοκοτρώνη

πόσους ἐχθρούς σκοτώνει·

καί τρέχουν σά θηρία

μέ χαρά στή φωτιά!

31

Κι ἄλλοι ἀμέτρητοι πολλοί,

καπιτανέοι τρομεροί,

πού τρέχουν σά θηρία,

ξεσχίζουν Τυραννία

καί θέλουν Λευθερία.

Στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

32

Αὐτοί Τυράννους δέν ψηφοῦν

κ’ ἐλεύθεροι στόν κόσμον ζοῦν·

πλοῦτος, ζωή, τιμή τους,

εἶν’ μόνον τό σπαθί τους!

Καί τρέχουν γιά τήν δόξαν

μέ χαρά στή φωτιά!

33

Ἀλέξανδρε, τώρα νά βγῇς

ἀπό τόν τάφον καί νά ἰδῇς

τῶν Μακεδόνων πάλιν

ἀνδρείαν τήν μεγάλην,

πῶς τούς ἐχθρούς νικοῦνε,

μέ χαρά στή φωτιά!

34

Ὁ Λεωνίδας ποῦ νά ζῇ

μέ τούς τρακόσιους του μαζί,

νά ἰδῇ τόν Σπαρτιάτη

πῶς ρίχνεται σάν ἄτι·

τρώει, πατεῖ, ξεσχίζει

τήν Τουρκιά, μπρέ παιδιά!

35

Αὐτούς κ’ ἐμεῖς τούς θαυμαστούς,

ἥρωας κι ἄλλους ἐκλεκτούς,

ἄς μιμηθῶμεν τώρα,

μή χάνωμεν τήν ὥρα,

ὅτ’ εἶναι πρόγονοί μας.

Στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

36

Αὐτοί ἐζοῦσαν στό δουνιά,

μισοῦντες τήν κακή σκλαβιά·

γιά τήν Ἐλευθερίαν

πηδοῦσαν στήν φωτίαν.

Λοιπόν, τί καρτεροῦμεν;

Στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

37

Ἀπόφασις καί ἡ ὁρμή,

ἀνδρεία καί ἡ συμβουλή,

Τυράννους δίδουν δρόμον,

μαζί καί μέγα τρόμον.

Λοιπόν, ἀγριωθῆτε,

μέ χαρά στήν Τουρκιά!

38

Ἁρπάξατε τώρα σπαθιά

καί τρέξατε σάν τά θεριά.

Χυθῆτε στήν Γραικίαν,

βγάλτε τήν Τυραννίαν

καί δότε Λευθερίαν,

μέ χαρά μπρέ παιδιά!

39

Λόγγοι, βουνά καί λαγκαδιές,

ἄς στράψουνε ἀπό φωτιές·

φωνές, φόβους καί τρόμους

γεμίσατε τούς δρόμους·

νά διῶξτε τούς Τυράννους

μέ χαρά, μπρέ παιδιά!

40

Νά λάμψῃ πάλιν ὁ Σταυρός,

ἄς ἔρχεται τώρα ὀμπρός,

νά ἴδωσι τά ἄστρα

τούς πύργους καί τά κάστρα

νά πέφτουν τῶν Τυράννων

στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

41

Τά ἔθνη πού δέν μᾶς ψηφοῦν

Πατρίδα, Γένος ὀνειδοῦν,

ἄς ἴδωσιν ἀνδρείαν

κι ἄς λάβωσι δειλίαν,

νά πέσουν, νά σπαράξουν,

στή φωτιά, μπρέ παιδιά!

42

Ν’ ἀρχίσουν τώρα νά λαλοῦν,

μέ ὄργανα νά κελαδοῦν

οἱ Μοῦσες τήν ἀνδρείαν μας,

τώρα στήν Λευθεριά μας·

πῶς τρέχομεν μέ πόθον

καί χαρά στή φωτιά!

ΕΙΚΟΝΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

Τό ἐγχάραγμα τοῦτο παριστάνει τό πρόσωπον τοῦ Ἀλεξάνδρου καί τῶν 4 ἀρχιστρατήγων του, καθ’ ὁμοίωσιν μίας Ἀνατολικῆς κοκκίνης πέτρας Ἀγάθου, ἤτις  εὑρίσκεται εἰς τό αὐτοκρατορικόν ταμεῖον ἐν Βιέννη. Τά 4 τριγυρινά εἰκονίσματα παριστάνουν τό 1 τήν θριαμβευτικήν εἴσοδον τοῦ εἰς τήν Βαβυλώνα, τό 2 τήν φυγήν τῶν Περσῶν εἰς τόν Γρανικόν ποταμόν, τό 3 τήν ἥτταν τοῦ Δαρείου καί τό 4 τήν φαμιλίαν τοῦ νικημένου τούτου βασιλέως εἰς τούς πόδας τοῦ Ἀλεξάνδρου.

Ὁ Ἀλέξανδρος γεννηθεῖς εἰς τούς 355 πρό Χριστοῦ, ἐσπούδαξε τήν φιλοσοφίαν εἰς τόν Ἀριστοτέλη, ἔκαμε τά πρῶτα δείγματα τῆς ἀνδρείας του καί τῆς πολεμικῆς ἀξιότητός του εἰς τήν μάχην τῆς Χαιρωνείας, ὑπό τήν διοίκησιν τοῦ πατρός του καί διεδέχθη τόν θρόνον τῆς Μακεδωνίας 21 χρόνου γνωρισθεῖς ἀρχηγός τῶν Ἑλλήνων εἰς τούς 333, διεύθυνε τάς δυνάμεις τῶν κατά τῶν Περσῶν, ἐχάλασε τήν αὐτοκρατορίαν τῶν εἰς τήν Ἀσίαν καί Ἀφρικήν καί τήν ἤνωσε μέ τήν ἐδικήν του. Πολλαί ἀξιόλογοι πόλεις, σχεδόν καί τήν σήμερον ἀκόμι, τῷ χρεωστοῦν τήν ὕπαρξίν τους. Ἀπέθανε 32 χρόνων, βασιλεύσας 12.

 

Ἐξεδόθη παρά τοῦ Ρήγα Βελεστινλῆ Θετταλοῦ,

χάριν τῶν Ἑλλήνων καί φιλελλήνων, 1797.

Μέγεθος τῆς πέτρας.

Ἀντιγόνος, Κάσσανδρος Πτολεμαῖος, Σέλευκος.